[…] Του πρότεινα να να τους αφήσουμε να ξεδώσουν για λίγο, καθώς για πρώτη φορά μετά από τόσους θανάτους συντρόφων ήταν χαρούμενοι, κι ο λοχαγός μου συμφώνησε. Βγήκα ακολουθούμενος από το σημαιοφόρο μας. Ο σημαιοφόρος ήταν εθελοντής τελειόφοιτος της φιλολογίας. Το αναφέρω διότι αυτός μου έδωσε να καταλάβω τι σήμαινε σ’ αυτή την περίσταση ο ποδοσφαιρικός αγώνας που παρακολουθήσαμε και γιατί του απέδιδε εξαιρετική σημασία.
Η αρχή έγινε από έναν καφέ ποντικό που οι στρατιώτες αντιλήφθηκαν ξαφνικά καθώς έσκαβε σ’ έναν τάφο. Είναι γνωστό το μίσος μας για τους ποντικούς- ιδίως γι’ αυτούς τους καφέ που έχουν προτίμηση στα μάτια και τα εντόσθια μας. Γι’ αυτό ριχτήκανε όλοι μαζί να τον κυνηγάνε και να βουτάνε να τον πιάσουν, μα ολοένα τους ξέφευγε. Κι όταν τους ξέφυγε εντελώς, τότε βάλθηκαν να κλοτσάνε ντενεκαδάκια κονσέρβας, που υπάρχουν άφθονα στο πεδίο, ανταγωνιζόμενοι ποιος θα τα στείλει πιο μακριά. Τότε εμφανίστηκε ένας Σκοτσέζος με μια κανονική μπάλα κι αμέσως χωρίστηκαν σε ομάδες, από έξι η κάθε πλευρά, ενώ οι υπόλοιποι δύο λόχοι σχεδόν αποτέλεσαν τις εξέδρες. Για τέρματα οι Γερμανοί έβαλαν τα κράνη τους κι οι Σκώτοι τα περίεργα καπέλα τους. Δεν όρισαν διαιτητή. Αυτό έγινε αφορμή για αλλεπάλληλους καβγάδες σε ό,τι αφορά τις αμφισβητούμενες φάσεις. Το άουτ, για παράδειγμα, καταλογιζόταν από την καλή θέληση και το αθλητικό πνεύμα καθώς δεν υπήρχαν δοκάρια. Τα κόρνερ καταργήθηκαν. Στα πέντε κόρνερ χτυπούσαν πέναλντι.
Μπορεί να φανταστεί κάποιος τις δυσκολίες που υπήρχαν. Το γήπεδο πρώτα απ’ όλα ήταν εντελώς ακατάλληλο για ποδόσφαιρο καθώς ήταν γεμάτο τρύπες από τα βλήματα. Ο φανατισμός των φιλάθλων, που είχαν παραταχθεί κατα μήκος της νεκρής ζώνης, μετατρεπόταν σε γέλιο όταν, παρακολουθώντας την μπάλα να κατεβαίνει από ψηλά, την έβλεπαν –αντί να κάνει γκελ- να κάθεται μέσα σε μια τρύπα. Φυσικά δεν έπεφτε μόνο η μπάλα. Πιο συχνά έπεφταν οι ποδοσφαιριστές, καθώς επιπλέον το έδαφος ήταν παγερό και γλιστρούσε. Σε κάθε τέτοια περίπτωση οι Γερμανοί διαπιστώναμε ότι οι Σκοτσέζοι δε φορούσαν σώβρακα κάτω απ’ τις φούστες τους και, κάθε φορά που η αδιάντροπη ματιά μας έπιανε κάποια κωλομέρια (συγνώμη για την έκφραση), γιουχάραμε και σφυρίζαμε με ενθουσιασμό, ακόμα κι εγώ με το συνοδό μου. Κεφαλόπροκος θα πει αυτός που έχει κεφάλι σκληρό σαν το κεφάλι της πρόκας, ξεροκέφαλος μ’ άλλα λόγια. ‘’Μποκ’’ έτσι μας αποκαλούσαν οι Σκότοι, κι εμείς τους φωνάζαμε ‘’Τόμυδες’’.
Ένα άλλο εμπόδιο ήταν οι τάφοι. Όπως προανέφερα, το παιχνίδι περιορίστηκε σ’ ένα στενό χώρο (ο λόγος που καταργήθηκαν τα κόρνερ) διότι αλλιώς θα ήταν αναγκασμένοι να κάνουν ντρίμπλες ανάμεσα σε σταυρούς.
Τελικά μπήκαν αναρίθμητα γκολ-δε συγκράτησα πόσα, καθώς κι αυτό ήταν αμφισβητούμενο.
Θέλω να καταλήξω στο συνοδό μου το σημαιοφόρο, ο οποίος παρακολούθησε τον αγώνα με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και κάθε τόσο σημείωνε τις παρατηρήσεις του σ’ ένα μπλοκ.Μου το εξήγησε αργότερα όταν είδαμε τους αντιπάλους να αναλύουν και να σχολιάζουν τις διάφορες φάσεις του αγώνα, σκουπίζοντας τον ιδρώτα τους. Μου είπε ο σημαιοφόρος: ‘’Παρατηρήστε προσεχτικά τους στρατιώτες, κύριε υπολοχαγέ. Η διαδικασία ήταν απλή όσο και ενστικτώδης: αντικατέστησαν τη βάρβαρη λέξη ΕΧΘΡΟΣ με την κατά πολύ ευγενέστερη λέξη ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ και μάλιστα είμαστε βέβαιοι ότι η επιθυμία τους είναι να την εξαφανίσουν τελείως. Αυτό δεν είναι το ιδεώδες του αθλητισμού;’’
Εκείνη την ώρα βγήκε ο Βρετανός αξιωματικός να συναντήσει το λοχαγό μου και να του πει: ‘’Δε νομίζεις πως ήρθε η ώρα να τους μαζέψουμε;’’
Μου έδωσε την εντύπωση επιστάτη δημοτικού σχολείου και απάντησα στο σημαιοφόρο: ‘’Είμαστε σύμφωνοι. Το ιδεώδες του αθλητισμού είναι να κάνεις τους ανθρώπους παιδιά’’.[…]
Έτσι περιγράφει λοιπόν στο βιβλίο του “Η ωραιότερη ιστορία του κόσμου” ο Παντελής Καλιότσος το ιστορικό γεγονός της ανακωχής την παραμονή των Χριστουγέννων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την παραμονή λοιπόν των Χριστουγέννων του 1914 ανάμεσα σε χαρακώματα, πτώματα και πυρομαχικά συνέβη μια ανταρσία. Μια ανταρσία αυθεντική των “από κάτω”. Γερμανοί στρατιώτες τις πρώτες πρωινές ώρες πίσω από το ανάχωμα στόλισαν ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο και άρχισαν να τραγουδούν την Άγια Νύχτα. Βγήκαν αυθόρμητα από το χαράκωμα στο ακριβώς απέναντι χαράκωμα οι Βρετανοί άρχισαν να τραγουδούν τα κάλαντα και να κατευθύνονται κι εκείνοι προς τη “νεκρή ζώνη”. Οι στρατιώτες αντάλλαξαν τσιγάρα, φαγητό, αλκοόλ αλλά και σουβενίρ. Όταν ο υποδεκανέας επέστρεψε στο χαράκωμα κρατούσε ένα τσιγάρο και μία πρόσκληση προς τον λοχαγό Ρόμπερτ Χάμιλτον, για να συναντήσει τον Γερμανό ομόλογο του άοπλο στο δάσος, τα ξημερώματα ανήμερα των Χριστουγέννων.
Το πρωινό εκείνο πραγματοποιήθηκε ίσως ο πιο ιδιαίτερος ποδοσφαιρικός αγώνας στην Ιστορία. Στρατιώτες που πριν από λίγο προσπαθούσαν να σκοτώσουν ο ένας τον άλλον τώρα έπαιζαν και γελούσαν μαζί σαν μικρά παιδιά. Οι στρατιώτες που είχαν συνηθίσει το θάνατο βρήκαν μια ανάσα ζωής μέσα από το ποδόσφαιρο. Mε αφορμή αυτό το υπέροχο γεγονός παραθέτουμε πιο κάτω απόσπασμα από τη ταινία “Joyeux Noel” που πραγματεύεται τη περίφημη ανακωχή με αφορμή ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι.
https://www.youtube.com/watch?v=ODTSp61_qEs
Οι πιστοί και οι ρομαντικοί, δηλαδή οι οπαδοί, διατείνονται πως τις νύχτες των Χριστουγέννων οι ουρανοί είναι ανοιχτοί. Η σχέση των φιλάθλων άλλωστε με αυτό που κατοικεί στους ουρανούς είναι γνωστή. Επανέρχεται κάθε φορά που χάνεται μια ευκαιρία ή που ο διαιτητής αδικεί την ομάδα με ερωτικό τρόπο αλλά και κάθε φορά που η κατάληξη είναι ευχάριστη με τη μορφή ευχαριστίας.
ΥΓ. Ήρθαν τα Χριστούγεννα κι η Πρωτοχρονιά, καμιά κάρτα φιλάθλου ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ.
ΥΓ.2 Καλές γιορτές με υγεία και δύναμη κι αν γεννηθεί κορίτσι δεν πειράζει θα το αγαπάμε το ίδιο…