Ξερουμε ότι είστε όλοι φανατικοί αναγνώστες του περιοδικού και μεγάλα σφουγγάρια: απορροφάτε κάθε κείμενο της ύλης και θυμάστε τι έχουμε δημοσιεύσει κατά καιρούς σε προηγούμενα τεύχη του περιοδικού. Παρόλ’ αυτά με αφορμή τη συζήτηση της Δευτέρας με μέλη – ultras του Virage Auteil από το Παρίσι αναδημοσιεύουμε παρακάτω ένα κείμενο από το τρίτο τεύχος μας, μια μετάφραση από το γαλλικό περιοδικό So Foot που αναφέρεται στην ιστορία του πετάλου της Μπουλόν. Επειδή στη συζήτηση θα ανοιχτεί το θέμα της σκληρής διαμάχης των δύο πετάλων του Παρκ Ντε Πρενς, του Virage Auteil με τους Boulogne Boys, φρεσκάρετε τη μνήμη σας, μελετήστε το συγκεκριμένο άρθρο για να έρθετε προετοιμασμένοι και φορτωμένοι ερωτήσεις, απορίες και διευκρινήσεις. Μετά το άρθρο αυτό ακολουθεί ένα κείμενο που δημοσιεύσαμε στο προηγούμενο τεύχος μας, το 14ο, για τη σημερινή εικόνα του Παρκ Ντε Πρενς και τη μετατροπή του σε απροσπέλαστο, μοντέρνο, κάστρο για όποιον η διοίκηση της Παρί θεωρεί “ταραχοποιό στοιχείο”. Ένα θέμα, που επίσης θα συζητήσουμε με τους Γάλλους οπαδούς τη Δευτέρα στο μπαρ Kreuzberg.
ΤΟ ΠΕΤΑΛΟ ΤΗΣ ΜΠΟΥΛΟΝ
Αρχικά εμπνευσμένο από το αγγλικό πρότυπο, το Πέταλο της Μπουλόν [Boulogne] υπήρξε διαδοχικά κτήμα των πανκ και των σκίνχεντ και σήμερα είναι ένα μείγμα που αποτελείται κατά κύριο λόγο από λευκούς εθνικιστές και νεαρούς ταραξίες που τους λείπουν οι έντονες συγκινήσεις, από σκληροπυρηνικούς χούλιγκαν, από κάποιους νεοναζί και μερικά απολωλότα πρόβατα. Μια βιοποικιλότητα που εξηγείται από μια ιστορία 30 χρόνων στις κερκίδες. Η οποία είναι ζήτημα τρέχουσας πολιτικής.
Των Νικολά Ξις- Μαρτόβ, Ζαν Νταμιάν Λεσέ και Φιλίπ Ρουαζέ
Ήταν στις 18 Σεπτέμβρη του 1976. Τους αποκαλούσαμε «νεαρούς οπαδούς». Η Παρί Σεν Ζερμέν είχε δημιουργήσει επίτηδες γι’ αυτούς μια φτηνή κάρτα διαρκείας, σαν διαφημιστικό εγχείρημα για να προσελκύσει τη νεολαία της εποχής. Ήταν πεντακόσια άτομα που μαζεύονταν στην κερκίδα Κ του Παρκ ντε Πρενς για να ενθαρρύνουν την ομάδα τους. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1977, κατά τη διάρκεια μιας μετακίνησης τριών πούλμαν και εκατόν πενήντα αυτόνομων στη Νανσί, έγινε λόγος για τα πρώτα μικρής κλίμακας επεισόδια.
Την επόμενη χρονιά, οι νεαροί οπαδοί μεταφέρθηκαν στην κερκίδα Μπουλόν, μπροστά από την οποία, παραδοσιακά, από τον πρώτο αγώνα της Παρί Σεν Ζερμέν στο Παρκ, προθερμαίνονταν οι παίκτες πριν το ματς. Ο Μανού, παιδί του παριζιάνικου προαστίου Λα Γκαρέν-Κολόμπ, είναι δεκαπέντε χρόνων. Η Παρί παίζει ενάντια στη Βαλενσιέν. Η ατμόσφαιρα στο γήπεδο τον εντυπωσιάζει περισσότερο από τον αγώνα. Στα 17, αγοράζει την κάρτα διαρκείας για νέους. «Στην αρχή πήγαινα στα ματς ολομόναχος».
«500 χούλιγκαν που είχαν ξεχυθεί στους δρόμους»
Το πέταλο της Μπουλόν γεννιέται στις 2 Αυγούστου 1978, έπειτα από μια τροποποίηση στις τιμές των εισιτηρίων στο Παρκ ντε Πρενς. Εκείνη την εποχή, οι οπαδοί των αντίπαλων ομάδων μπορούσαν να καθίσουν σχεδόν σε οποιαδήποτε θέση του γηπέδου. Οι άγγλοι οπαδοί, όμως, προσφέρουν ένα μοντέλο που κάνει εντύπωση: υποστηρίζουν την ομάδα τους με τρόπο επιδεικτικό και χαοτικό! Στο τέλος της δεκαετίας του ’70, η μερίδα της εργατικής τάξης του αγγλικού πανκ κινήματος είναι από τις πιο αφοσιωμένες στο γήπεδο. Τα συγκροτήματα Sham 69, CockneyRejectsκαι CockSparrer τραγουδούν το πάθος τους για το ποδόσφαιρο. Κάποιοι γάλλοι πανκ εμπνέονται απ’ αυτούς και τους μιμούνται. Όπως ο Μανού. «Ο Τζίμι Πέρσεϊ, ο τραγουδιστής των Sham 69, μιλούσε με θέρμη για την ομάδα της Γουεστ Χαμ. Πήγα, λοιπόν, στο Λονδίνο να παρακολουθήσω έναν αγώνα. Η ενέργεια στις κερκίδες ήταν απίστευτη. Βγαίνοντας απ’ το γήπεδο, βρέθηκα ανάμεσα σε 500 χούλιγκαν, οι οποίοι έπαιζαν ξύλο με τους απέναντι οπαδούς, ξεχύνονταν στους δρόμους, αναποδογύριζαν τα πάντα στο πέρασμά τους. Ποτέ πριν δεν είχα ακούσει να λένε για τους χούλιγκαν κι αυτό με αναστάτωσε».
Από το 1980, το Πέταλο της Μπουλόν αναπτύσσει ένα πραγματικό οπλοστάσιο για να δημιουργήσει ατμόσφαιρα στο γήπεδο: σειρήνες, καπνογόνα, σημαίες, πανό, καμιά κατοσταριά τραγούδια και συνθήματα… «Το Παρκ είναι μαζί μας» είναι μια πολεμική ιαχή που απευθύνεται στις άλλες κερκίδες για να τις πάρουν με το μέρος τους. «Εκείνη την εποχή, ήμαστε περίπου πενήντα, ορισμένοι πανκ, όπως ο Άνεργος ή ο μπασίστας των Sherwood, του συγκροτήματός μου, κάποιοι αυτόνομοι (με τάση προς τον χουλιγκανισμό, σκληροπυρηνικοί και ανένταχτοι της άκρας αριστεράς της εποχής) και μερικοί νέοι χωρίς συγκεκριμένη ταμπέλα και στυλ. Διαδηλώναμε με θόρυβο, αλλά χωρίς επεισόδια ακόμα», θυμάται ο Μανού.
Ο «Ανθός του Μακαντάμ»
Η γέννηση του Πετάλου της Μπουλόν λαμβάνει χώρα σε ένα ιδιαίτερο κλίμα. Στους δρόμους του Παρισιού εμφανίζονται και έρχονται αντιμέτωπες διάφορες ομάδες: πανκ, σκίνχεντ, μοντς, τέντι-μπόι, 50s… Ο «ανθός του μακαντάμ», όπως τραγουδούσαν οι La Souris Déglinguée, εμβληματικό συγκρότημα της εποχής. Όλοι μαζί βρίσκονται στις συναυλίες, στις καταλήψεις των αναρχοαυτόνομων. Πέρα από τους La Souris, πολλά συγκροτήματα πανκ και όι (ένα μείγμα πανκ και σκίνχεντ) μετρούν, στις σειρές τους ή στο κοινό τους, τούς θαμώνες του Παρκ. Ο Φαμπιάν, σκίνχεντ εκείνη την εποχή και σταθερός επισκέπτης του Παρκ, είναι επιπλέον τεχνικός των La Souris, σε μια περίοδο που όλοι ζουν στο περιθώριο, χωρίς να είναι πολιτικοποιημένοι. Οι δεσμοί φιλίας μετρούν τότε περισσότερο από τις ιδεολογικές ταμπέλες. Αυτή η «χρυσή εποχή», από το 1979 ως το 1983, προτού η πολιτική έρθει να χαλάσει ή να ξεκαθαρίσει τα πράγματα (ανάλογα με την οπτική γωνία), διακρίνεται από μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Ένα υπόγειο Παρίσι, περισσότερο σκληρό και με λιγότερους μπάτσους. Η κερκίδα Μπουλόν, ένα αναρχικό χάος, αποτελεί έναν πόλο έλξης αυτού του μικρόκοσμου.
«Να κλέψουμε το πηλήκιο των μπάτσων»
«Σ’ έναν αγώνα ενάντια στη Μπαστιά, οι κορσικανοί οπαδοί ήρθαν στην κερκίδα μας με όπλα για να μας ξυλοκοπήσουν. Έκτοτε, αποφασίσαμε να εισβάλλουμε συστηματικά στις άλλες κερκίδες και να κλέβουμε τα κασκόλ, τα πανό και τα καπέλα των αντίπαλων οπαδών. Είναι κάτι που κάνει ένας έφηβος στην αναζήτηση της ταυτότητάς του. Ο κόσμος είχε εντυπωσιαστεί τόσο, που μας άφηναν να κάνουμε ό,τι θέλουμε», θυμάται ο Μανού. Σύντομα, η κερκίδα Μπουλόν, η οποία αρχικά ήταν ανοιχτή σε όλους τους οπαδούς, προορίζεται για τους αδάμαστους Παριζιάνους, προκειμένου να περιοριστούν τα επεισόδια. Εκείνη την περίοδο, η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία ελέγχων και η δυνατότητα να περιφέρεται κανείς σε όλο το γήπεδο κατά το ημίχρονο, καταστρέφουν αυτές τις προσπάθειες. «Από ένα σημείο και μετά, υπήρχαν κάποιοι μπάτσοι στις κερκίδες», εξηγεί ο Μανού. «Αυτό ενίσχυσε την εντύπωση που είχαμε πως έχουμε πόλεμο. Είχε τύχει να τους ορμάμε, να τους κλέβουμε το πηλήκιο. Εντέλει πιστεύω ότι επωφελούμασταν από την ατιμωρησία. Αλλά είχαμε κι έναν κώδικα τιμής. Για το συγκρότημά μου, τους Sherwood, είχα γράψει ένα κομμάτι, το Π.Σ.Ζ., το οποίο έλεγε ότι δεν ορμάμε σε γυναίκες, παιδιά, οικογενειάρχες». Μια άποψη που μοιράζεται κι ο Φαμπιάν: «Πρέπει να σέβεσαι ορισμένους κανόνες όταν είσαι χούλιγκαν. Ποιο το συμφέρον του να επιτίθεσαι σε πατεράδες και αυτοκίνητα; Οι πραγματικοί χούλιγκαν, για μένα, πάνε στο γήπεδο για να υποστηρίξουν τα χρώματά τους και το ξυλοκόπημα είναι απλά ένα ενδεχόμενο. Μου έχουν σπάσει τη μύτη τέσσερις φορές… είναι μέρος του παιχνιδιού». Οι μετακινήσεις αποτελούν ένα άλλο πρόβλημα. Από το 1981, είναι αδύνατο να τις διαχειριστεί κανείς. Ο Μανού ανακαλεί κάποια επεισόδια. «Στην Τουρ, μας έσπασαν στο ξύλο κάτι τσιγγάνοι και κάτι τραμπούκοι. Στο γήπεδο, οι μπάτσοι μας την έμπαιναν. Αυτό διαμόρφωσε την παριζιάνικη ταυτότητά μας ως προς την υπόλοιπη Γαλλία. Όταν ξαναπήγαμε στην Τουρ για έναν άλλο αγώνα, ήμασταν αποφασισμένοι να πάρουμε εκδίκηση. Ρίξαμε καπνογόνα στον κόσμο. Πολλούς τους πήρε ασθενοφόρο. Είναι η πρώτη ανάμνηση που έχω από ακραία βία. Έχω συμμετάσχει σε πολλές μετακινήσεις και θυμάμαι τη διάρρηξη ενός κοσμηματοπωλείου στη Ρεν, ένα μαγαζί που καταστρέψαμε στο δρόμο ανάμεσα στο σταθμό και το γήπεδο στην Οσέρ και τις θύρες του γηπέδου που παραβιάσαμε στη Νανσί, επειδή δεν μας άφηναν να μπούμε».
Ο Μανού, ο Άνεργος, ο Κάβουρας και ο Σνιφ
Το 1982, το πέταλο της Μπουλόν φτάνει τα 1.500 περίπου μέλη. Στο Κύπελλο Γαλλίας, στις 15 Μαΐου, μετά από τη νίκη της Παρί Σεν Ζερμέν υπέρ της Σεντ Ετιέν, οι παριζιάνοι οπαδοί εισβάλλουν στον αγωνιστικό χώρο για πάνω από μια ώρα. Ανάμεσά τους είναι ένας Μπαζίλ Μπολί. Εκείνο το καλοκαίρι αρχίζουν να συχνάζουν στο γήπεδο οι πρώτοι σκίνχεντ, οι οποίοι δεν είναι ιδιαίτερα πολιτικοποιημένοι, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι παλιοί πανκ (η πρώτη ομάδα σκίνχεντ στη Γαλλία προήλθε από τις λαϊκές συνοικίες του Κολόμπ και ήταν πολυφυλετική). Μερικούς μήνες αργότερα, κάποιοι άλλοι σκινχεντ –οι οποίοι τείνουν προς την ακροδεξιά– έρχονται να δουν ποιοι είναι οι σκίνχεντ της Παρί Σεν Ζερμέν. «Θυμάμαι κάποιους πανκ, τον Μανού, τον Άνεργο, τον Κάβουρα, τον Σνιφ», λέει ο Φαμπιάν. «Εγώ ήρθα με τους σκίνχεντ της Αλ κατά τύχη. Στην αρχή ήμαστε πέντε, μετά δέκα, στη συνέχεια είκοσι. Κάναμε επίδειξη». Οι πρώτοι ναζιστικοί χαιρετισμοί ξεκίνησαν σαν πρόκληση. Σύντομα, οι νεοαφιχθέντες βάλθηκαν να κάνουν την κερκίδα Μπουλόν έδαφός τους. «Ήταν ξεκάθαρο τότε ότι δεν υπήρχε θέση για τους πανκ εκεί που ήμαστε εμείς», εξηγεί ο Φαμπιάν. «Με τον Μανού είχαμε παίξει ξύλο. Δύο Άραβες από τη γειτονιά μου με βοήθησαν, κάτι που ο Μανού δεν καταλάβαινε, γιατί ήμουν σκίνχεντ και φασίστας. Βίωσα το Πέταλο της Μπουλόν σαν να ‘ταν η γειτονιά μου, ένιωθα εκεί σαν στο σπίτι μου, ήταν η περιοχή μου». Μακρινές αναμνήσεις, αλλά ο Μανού δεν τα έχει ξεχάσει: «Φορούσα ένα δερμάτινο μπουφάν, στην πλάτη του οποίου απεικονιζόταν ένας πανκ που μαχαίρωνε έναν σκίνχεντ. Έτσι, πλακώθηκα με τον Φαμπιάν, τον Μπάτσκιν (αρχηγός των σκίνχεντ του Λουξεμβούργου, σε αυτόν οφείλεται η υπερβολική πολιτικοποίηση του κινήματος και η ταύτισή του με την ακροδεξιά) και με άλλους. Βρέθηκα στο χώμα, με τη μύτη σπασμένη. Στη συνέχεια, ερχόμουν στο γήπεδο με μια αλυσίδα κρυμμένη σε ένα κασκόλ που έδενα στον πήχη μου. Μέχρι που είχα προβλέψει και είχα παρέα στο αμάξι για ασφάλεια».
Οι δύο Τζίμι, ο μαύρος και ο μιγάς
Η κατάσταση γίνεται ανυπόφορη. Χθες ακόμα, βρίσκονταν όλοι μαζί στο Παρκ· πλέον, ξεκαθαρίζουν εκεί τους λογαριασμούς τους, οι οποίοι μερικές φορές μεταφέρονται στις αίθουσες συναυλιών. Ο Μανού θυμάται τις καθόδους αντι-σκίνχεντ που έκανε στο RoseBonbon, μια αίθουσα συναυλιών της εποχής. Δύο κακά παιδιά του χάρντκορ πανκ, τα οποία κυκλοφορούσαν ελεύθερα ανάμεσα στις φυλές του ροκ, οι δύο Τζίμι, ο μαύρος και ο μιγάς, έρχονται κι αυτοί να τσεκάρουν τις «σπουδαίες» φυσιογνωμίες και να προκαλέσουν τους σκίνχεντ μπροστά από το Παρκ ντε Πρενς. Ο Φαμπιάν ακόμα διασκεδάζει στη σκέψη: «Όλως παραδόξως, δεν ήταν άτομα με τα οποία θέλαμε να μπλέξουμε. Γιατί ξέραμε ότι θα τους συναντήσουμε σε μια συναυλία, ή κάπου αλλού. Εγώ τους σεβόμουν. Θα μπορούσαμε να παίξουμε ξύλο, αλλά όποιος και να κέρδιζε, θα υπήρχε εκδίκηση». Μια περίεργη ατμόσφαιρα σχεδόν συγγενική. «Όταν έπαιξα ξύλο με τον Μανού, η τότε κοπέλα μου μού έκανε σκηνή, επειδή ήταν φίλος της. Μιλάμε για οικογενειακές ιστορίες!». Σιγά σιγά, οι πανκ και οι μαύροι σταματούν να πηγαίνουν στο γήπεδο. «Το 1984, δεν υπήρξε ούτε ένας αγώνας στον οποίο να μην έπαιξα ξύλο με τους σκίνχεντ», θυμάται με λύπη ο Μανού. «Περνούσα τον χρόνο μου προσέχοντας μην φάω κανένα κάθισμα στο κεφάλι. Μια φορά, καμιά πενηνταριά σκίνχεντ ήρθαν να πλακώσουν όχι τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας, αλλά τους δικούς μας. Αυτά ήταν που έκαναν τους ιστορικούς οπαδούς της Παρί Σεν Ζερμέν να μην έρχονται πια στο Παρκ. Κατά κάποιο τρόπο, με έδιωξαν. Ο ‘Άνεργος’ παρέμεινε. Έγινε σκίνχεντ και πήγε με τους άλλους. Δεν τον ξαναείδα ποτέ».
«Κέλτικος σταυρός, όχι σβάστικα»
Στην πραγματικότητα, μια νέα εποχή ξεκινά. Στην κερκίδα Μπουλόν τους όρους επιβάλλουν οι πιο φασαριόζοι, όχι απαραίτητα οι πιο πολυάριθμοι. Οι σκίνχεντ, πενήντα με εκατό άτομα, αναλαμβάνουν να κάνουν την κερκίδα έδαφος των λευκών. Για πολλούς οπαδούς, η πολιτική δεν έχει σημασία, αλλά, προφανώς, υπό τη νέα υποκίνηση των σκίνχεντ, οι ανυπότακτοι νέοι της Μπουλόν διασχίζουν ένα νέο κατώφλι όσον αφορά τη βία. «Συνέβαλα στην πολιτικοποίηση της κερκίδας Μπουλόν», υποστηρίζει ο Φαμπιάν. «Ήμουν 22 χρόνων όταν πήρα την κάρτα μου από το Εθνικό Μέτωπο[i], το 1984. Πιο πολύ μισούσα το σύστημα, και όχι τους αλλοδαπούς. Όλως παραδόξως, έπαιζα μπάλα σε μια ομάδα που αποτελούνταν από Μαύρους και Άραβες. Τσακωνόμασταν και υπερασπιζόμασταν την ίδια φανέλα ταυτόχρονα». Το κίνημα σκίνχεντ είναι ανεπίσημο. Ακόμα και κατά την περίοδο της πιο έντονης πολιτικοποίησής του, τα περισσότερα μέλη του δεν είναι ιδεολόγοι. Οι αντιφάσεις και οι διαβαθμίσεις ήταν πολλές. «Ως μαχητής, πάλευα μονίμως για τις ιδέες μου», εξηγεί ο Φαμπιάν. «Ήμουν περήφανος που ήμουν Γάλλος, που ύψωνα τον κέλτικο σταυρό, αλλά όχι την σβάστικα».
«Προτιμώ τα σκυλιά του από τους Άγγλους»
Στις 3 Μαρτίου 1984, παίζεται στο Παρκ ένας σημαντικός αγώνας. Ωστόσο, δεν φέρνει αντιμέτωπη την Παρί Σεν Ζερμέν με κάποιο άλλο σύλλογο, αλλά την Γαλλία με την Αγγλία. Μια ημερομηνία ορόσημο. Είναι η πρώτη φορά που το Παρίσι έρχεται αντιμέτωπο με τον πραγματικό χουλιγκανισμό, δηλαδή με τη βία μέσα στο γήπεδο και στους δρόμους της πόλης. Ξεχνώντας τις εσωτερικές τους διαμάχες, οι διάφορες παρέες σκίνχεντ του Παρισιού και των προαστίων αποφασίζουν να αντισταθούν στον εισβολέα. Ραντεβού στη Θύρα ντε Σεν-Κλουντ τρεις ώρες πριν το ματς. «Φρικτό λάθος», αναφωνεί ο Φαμπιάν. «Οι Άγγλοι ήταν ήδη εκεί και στους δρόμους έπεφτε ξύλο. Είχα φέρει μαζί σιδηρόβεργες, τις οποίες είχα μοιράσει σε τέσσερις πέντε φίλους. Αλλά οι Άγγλοι ήταν γύρω στους τριακόσιους και επιτέθηκαν όλοι μαζί. Χτύπησα έναν, κι έπειτα κρύφτηκα πίσω από ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι σε μια καφετέρια. Το αφεντικό με απείλησε ότι θα αμολούσε τα σκυλιά του αν δεν έφευγα. Του είπα ότι προτιμούσα τα σκυλιά του από τους Άγγλους».
Στο Παρκ, οι Άγγλοι αυτοπροσκλήθηκαν στην κερκίδα Μπουλόν και οι σκίνχεντ αποφάσισαν να τους διώξουν από την πάνω πλευρά. «Κάποιοι όρμησαν από την κάτω πλευρά, και τους σπάσαμε στο ξύλο. Ο αδερφός μου έφαγε μια τσεκουριά στο κεφάλι. Τον πήγαμε στο νοσοκομείο. Δεν είδαμε καν τον αγώνα. Στα επείγοντα, παίξαμε ξανά ξύλο με τους Άγγλους που πήγαν να λάβουν τις πρώτες βοήθειες. Έπειτα, το κυνήγι συνεχίστηκε έξω». Σκορπισμένοι σε μικρές ομάδες, οι γάλλοι σκίνχεντ δεν μπόρεσαν να ξαναβρεθούν όλοι μαζί. Αλλά η θέλησή τους να κρατήσουν την κερκίδα Μπουλόν ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο.
«Ρισκάραμε να μας ξυλοφορτώσει ο Γκι Ρου»
Πριν από τη δημιουργία του Πετάλου της Μπουλόν, τα γαλλικά ΜΜΕ ούτε γνώριζαν, ούτε ενδιαφέρονταν για τον χουλιγκανισμό –μια αγγλική ιδιαιτερότητα. Ωστόσο, με τις εικόνες που μετέδωσε η τηλεόραση των ξυλοδαρμών στις κερκίδες κατά τον αγώνα Γαλλία-Αγγλία, κάποιοι άρχισαν να συνειδητοποιούν την ύπαρξη του φαινομένου. Από το 1986, ο Φιλίπ Μπρουσάρ, νεαρός τότε δημοσιογράφος, οπαδός της Παρί Σεν Ζερμέν και ενημερωμένος για την πανκ μουσική σκηνή, αρχίζει να αρθρογραφεί πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, κυρίως στην εφημερίδα LeMatindeParis. Το περιοδικό Luiδημοσιεύει ένα φωτορεπορτάζ για τους σκίνχεντ και μια αναπόφευκτη κατάδυση στο Πέταλο της Μπουλόν. Ο Σαρλ Μπιετρί μπαίνει μες το λάκκο και παίρνει συνέντευξη από τους σκίνχεντ κατά τη διάρκεια ενός αγώνα για λογαριασμό του Canal+. Συναρπαστικές εικόνες και βίαια λόγια που στιγματίζουν την κοινή γνώμη. «Την πρώτη φορά που έγινε λόγος για το Πέταλο της Μπουλόν στις εφημερίδες», λέει ο Φαμπιάν, «ήταν επειδή βρήκαν ένα γκράφιτι «σκίνχεντ της Παρί Σεν Ζερμέν χούλιγκαν» στα αποδυτήρια της Οσέρ, μετά από μια εκδρομή μας. Ήταν το έργο κάνα-δυο τύπων που ήθελαν να γίνει λόγος για την κερκίδα, χωρίς να είμαστε όλοι σύμφωνοι. Αυτό μας διασκέδαζε, γιατί ήμαστε νέοι και ηλίθιοι, και επειδή κάναμε την μπουρζουαζία να φοβάται. Το θεωρούσαμε αδυναμία να υποχωρήσουμε επειδή ρισκάραμε να μας ξυλοφορτώσει ο Γκι Ρου». Μ’ αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται η φασιστική ταυτότητα της κερκίδας Μπουλόν, μολονότι η πραγματικότητα εκείνη την εποχή είναι λιγότερο άγρια. Από αυτό επωφελήθηκε η πιο σκληροπυρηνική μερίδα των πετάλων, όπως και τα ΜΜΕ.
«Να κάνει την Μπουλόν μια πραγματικά πολιτική κερκίδα»
Ο Μπάτσκιν, από την πλευρά του, προσπαθεί να «στρατολογήσει» κόσμο στο Πέταλο για να κάνει αυστηρά πολιτική. «Οι άνθρωποι του κύκλου του έρχονταν πιο συχνά από αυτόν στο γήπεδο, γιατί σ’ αυτόν δεν άρεσε πολύ το ποδόσφαιρο», αναφέρει ο Φαμπιάν. «Γύρω στο 1985-1986, ήθελε να κάνει την Μπουλόν μια πραγματικά πολιτική κερκίδα, μια πρωτοβουλία που δεν άρεσε στους περισσότερους οπαδούς, ακόμα και αν τα λόγια του τους άγγιζαν. Εμείς πηγαίναμε στο γήπεδο για το ποδόσφαιρο, διεκδικώντας παράλληλα μια πολιτική ευαισθητοποίηση, αλλά δεν θέλαμε να μετατρέψουμε το γήπεδο σε πολιτική συνέλευση». Η μυητική αποστολή του Πετάλου της Μπουλόν συνεχίζεται με τα μέλη του συνδέσμου να δημιουργούν σέκτα. Ο «ανθός» των δρόμων της πρωτεύουσας, οι νεαροί φασίστες που τους έλειπαν οι έντονες συγκινήσεις, αρχίζουν να χτίζουν μια αρρενωπότητα στα πλαίσια του συνδέσμου, όπως βλέπουμε από το παράδειγμα του Μαξίμ Μπρινερί (ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από την απόπειρα δολοφονίας του Ζακ Σιράκ). Οι επόμενες γενιές, οι οποίες αποτελούνται από casualsκαι ανεξάρτητους οπαδούς, βρίσκονται κατά κάποιο τρόπο πιο κοντά στην στάση που κρατάει ο Φαμπιάν. Μακριά από την καρικατούρα του ναζί σκίνχεντ, διατηρούν παρόλα αυτά μια ρητή εθνικιστική ευαισθησία. Διαφωνώντας με τις κτηνωδίες που πληθαίνουν στα περίχωρα του Παρκ ντε Πρενς, και έχοντας αφήσει την πολιτική και τα μπλεξίματα, ο Φαμπιάν εγκαταλείπει το Εθνικό Μέτωπο το 1987 και αφήνει πίσω του το στυλ του σκίνχεντ. Εξακολουθεί, ωστόσο, να συχνάζει στην κερκίδα Μπουλόν.
Η άφιξη του Canal+
Η Παρί Σεν Ζερμέν αρχίζει να υπολογίζει το εύρος του φαινομένου των χούλιγκαν στις αρχές του ’90. Ο Μισέλ Ντενισό, μαζί με το Canal+, μπαίνει στη διοίκηση της ομάδας το 1991, φέρνοντας μαζί τον προπονητή Φρανσουά Ντομέργκ. Σκοπός του είναι να «κατανοήσει, αλλά όχι να δικαιολογήσει», σύμφωνα με τον Φαμπιάν. Την ίδια περίοδο, η αστυνομία αναθέτει σε έναν δικό της να είναι ο μεσολαβητής με τους οπαδούς του Πετάλου. Η ομάδα αποφασίζει να αρχίσει διαπραγματεύσεις, ακόμα και με την πιο ριζοσπαστική μερίδα των οπαδών. Ο Φαμπιάν, που δουλεύει στο μαγαζί LondonStyle, τότε τόπος συνάντησης για τους ανεξάρτητους Παριζιάνους το Σάββατο πριν το ματς, λειτουργεί ως μεσάζων. «Η διοίκηση ήθελε να οργανώσει μια συγκέντρωση για να τους συναντήσει», εξηγεί. «Ο επικεφαλής της νέας γενιάς ήταν σαν μικρός μου αδερφός. Σε αυτή την πρώτη συνάντηση, υπήρχαν οι CommandosPirates, αλλά και ο Μπάτσκιν με τους φίλους του. Για την διοίκηση της ΠΣΖ, ήταν ξεκάθαρο από τη μία ότι υπήρχαν αυτοί που έρχονταν στο γήπεδο και συμμετείχαν στις μετακινήσεις, κι από την άλλη, αυτοί που έρχονταν στο Παρκ μόνο για να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους». Η ΠΣΖ προσλαμβάνει «συνοδούς» για να πλαισιώνουν τους οπαδούς κατά τις μετακινήσεις. Και προτείνει στον Φαμπιάν να απασχοληθεί σ’ ένα τμήμα για οπαδικά θέματα, το πρώτο στη Γαλλία, ξέχωρο από το τμήμα ασφάλειας, του οποίου ο ρόλος θα ήταν να διατηρεί καλές σχέσεις με τους οπαδούς της ομάδας. «Δεν ερχόμουν σε επαφή μόνο με το Πέταλο της Μπουλόν», θυμάται ο Φαμπιάν, «για να εκτιμήσω το μέγεθος της δουλειάς. Συνεργαζόμουν με όλο τον κόσμο. Και με τους οπαδούς της κερκίδας Οτέιγ, οι οποίοι κέρδιζαν έδαφος. Θυμάμαι την πρώτη τους μετακίνηση, η οποία έτυχε να γίνει στο Σοσώ. Φτάνουμε στα περίχωρα του γηπέδου, και να τα μπλεξίματα: οι τύποι της Μπουλόν δεν ήθελαν να κρεμάσουν αυτοί της Οτέιγ τα πανό τους. Τους έπεισα ότι έπρεπε να τους κάνουν λίγο χώρο. Δεύτερο μπλέξιμο: οι οπαδοί του Πετάλου ήθελαν να ξεκινήσουν πρώτοι τα συνθήματα. Έπρεπε, λοιπόν, να κάνω τον διαιτητή σε έναν διαγωνισμό για το ποιος είναι ο καλύτερος όσον αφορά τα συνθήματα και τα τραγούδια. Είχα γίνει κάτι σαν κοινωνικός ακτιβιστής».
Οι μπάτσοι προσβάλλουν τον αρχηγό της αστυνομίας
Με τους μπάτσους, οι οποίοι βλέπουν με κακό μάτι ένα παλιό μέλος των πετάλων να μπλέκεται στις υποθέσεις τους, οι σχέσεις δεν είναι απλές. «Θυμάμαι μια φορά που ήρθαν να με βρουν, γιατί τα ΜΑΤ[1] τραμπούκιζαν ένα ζευγάρι, όχι χούλιγκαν», αναφέρει ο Φαμπιάν. «Πάω, λοιπόν, να μιλήσω με τους μπάτσους, οι οποίοι μου λένε να του δίνω, αλλιώς θα το μετανιώσω. Επιστρέφω με τον αρχηγό της αστυνομίας. Οι ασφαλίτες αρχίζουν τότε να φωνάζουν: ‘Ήρθες με τον φιλαράκο σου, θα τις φάει κι αυτός!’. Δεν τον είχαν αναγνωρίσει». Η συνεργασία ανάμεσα στην ΠΣΖ και στον Φαμπιάν δεν διαρκεί. Σύμφωνα με τον τελευταίο, η διοίκηση της ομάδας δεν μπορούσε να καταλάβει πως δεν γίνεται να φέρεται στους οπαδούς σαν «κονσερβοκούτια». «Το μεγάλο λάθος της διοίκησης της ομάδας», εξηγεί, «ήταν ότι με θεωρούσαν αρχηγό της κερκίδας Μπουλόν. Νόμιζαν ότι με πλήρωναν για να ‘μαι η πόρνη τους, ένας βοηθητικός κρίκος στην γενική κατασκοπεία. Είχαν ξεχάσει ότι προερχόμουν από μια γειτονιά και ότι αγαπώ πραγματικά το ποδόσφαιρο».
Χτυπώντας τα ΜΑΤ στο πρόσωπο με όπλα
28 Αυγούστου 1993. Για το δεύτερο εντός έδρας ματς της σεζόν, η ΠΣΖ υποδέχεται την Καέν. Οι φασαρίες που έγιναν στον τελικό του Κυπέλλου με τη Ναντ στο πάνω διάζωμα της εξέδρας, επιφέρουν το προσωρινό κλείσιμο της ιστορικής περιοχής του Πετάλου της Μπουλόν, για τους οποίους γίνεται έτσι κι αλλιώς υπερβολικός λόγος. Η μεταφορά στο κάτω διάζωμα έγινε η αφορμή για μια από τις πιο βίαιες συμπλοκές που έλαβαν ποτέ χώρα στο Παρκ ντε Πρενς. Εκείνο το καλοκαίρι, οι παριζιάνοι χούλιγκαν ζεσταίνονται και είναι ήσυχοι, μέχρι που ένας οπαδός ορμάει στον αγωνιστικό χώρο για να βρει το παπούτσι που του είχαν πετάξει. Επεμβαίνουν τα ΜΑΤ και οι χούλιγκαν τους επιτίθενται. Χτυπώντας τους στο πρόσωπο με όπλα, κάνουν τις δυνάμεις της τάξης να σκορπίσουν και να υποχωρήσουν. Η συμπλοκή, η οποία βιντεοσκοπήθηκε και μεταδόθηκε επανειλημμένα, στιγματίζει την κοινή γνώμη. Όλως παραδόξως, αν και το συμβάν έβλαψε αρκετά τη φήμη του Πετάλου της Μπουλόν, έπειτα από τη σεζόν ’92-’93, κατά την οποία σημειώθηκαν πολυάριθμα επεισόδια, εγκαινιάζει παράλληλα μια αξιοσημείωτη μεταβολή, της οποίας τα αποτελέσματα είναι αισθητά μέχρι και σήμερα. «Με τις ποινές υποχρεωτικής φυλάκισης μέχρι 15 μήνες για δεκαοχτώ άτομα και τις πολυάριθμες απαγορεύσεις εισόδου στο γήπεδο από τρία έως πέντε χρόνια, η κερκίδα καθάρισε», εξηγεί ο Αλέν, ένας αστυνομικός που παρακολουθούσε την υπόθεση.
«Δεν ζητάμε την άποψη των Μπόιζ»
Μετά τον αγώνα ΠΣΖ-Καέν του ’93 και το «ξεκαθάρισμα» που ακολουθεί, το τοπίο επαναπροσδιορίζεται. Όταν ξανανοίγει το πάνω διάζωμα της κερκίδας, το πέταλο έχει μοιραστεί σε τρία μέρη. Αυτό γίνεται αφορμή για να ορίσει ο καθένας την περιοχή του. Στα αριστερά, στη Β3, οι Μπουλόν Μπόιζ [Boulogne Boys] ταλαντεύονται ανάμεσα στην κουλτούρα ούλτρας, η οποία είναι η μειοψηφία στην κερκίδα Μπουλόν, και ανάμεσα στο αγγλικό πρότυπο, λιγότερο εκδηλωτικό αλλά πιο άγριο. Τα Μ.Μ.Ε. συχνά προβάλλουν τους Μπουλόν Μπόιζ, οι οποίοι αριθμούν 600 μέλη. Άδικα. Όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στη εικόνα του φασίστα, βίαιου οπαδού, που συχνά τους αποδίδουν, αλλά κυρίως δεν κουμαντάρουν την κερκίδα. «Δεν ζητάμε την άποψη των Μπόιζ», λέει ο Αλέν. Με τους υπόλοιπους συνδέσμους να τους υποτιμούν λόγω της κουλτούρας ούλτρας (βλ. το πορτραίτο του Π.-Λ. Ντιπόν) και της ανικανότητάς τους να ρυθμίσουν μόνοι τους τις διαμάχες με τους Τιγκρί [Tigris] το 2005-2006, οι Μπόιζ δεν είναι ακριβώς οι μεγάλοι εμψυχωτές της κερκίδας Μπουλόν.
Στο κέντρο, στην Β2, οι Ρέιντζερς [Rangers], οι Γκαβρός [Gavroches] και άλλοι μικροί σύνδεσμοι είναι πραγματικοί οπαδοί του πετάλου που ακολουθούν το αγγλικό πρότυπο. Μπορεί να ετοιμάζουν χορογραφίες που και που, αν και προτιμούν να χρησιμοποιούν τα χρήματά τους για να βοηθήσουν κάποιο μέλος που έχει μπλεξίματα με την δικαιοσύνη. Με παρουσία στην κερκίδα από το ’85, όπως και οι Μπόιζ, αποτελούν τον ιστορικό πυρήνα και την ψυχή της. Ο Φιλίπ Περέιρα, πρόεδρος των Γκαβρός, έλαβε το χρίσμα από τους πιο σκληρούς εκπροσώπους ολόκληρης της κερκίδας (βλ. το πορτραίτο του). Ο σύνδεσμός του, ο οποίος δεν υπάρχει πια, μετρούσε 300 άτομα, με τους Ρέιντζερς να αποτελούν τους μισούς.
«Συμπλοκές με κανόνες»
Στα δεξιά, στη Β1, οι casualsκαι ανεξάρτητοι –ένας ευφημισμός συνώνυμος των χούλιγκαν– πήραν τη θέση των σκίνχεντ στη βίαιη ζωογόνηση της κερκίδας. Το 1993, οι κυρίαρχοι σύνδεσμοι είναι οι Κομάντος Πάιρετς [CommandosPirates] και οι υπόλοιποι της Άρμι Κορ [Army Korps]. Εμπνευσμένοι από το αγγλικό πρότυπο, ζουν το πάθος τους για το ποδόσφαιρο μέσω μιας κουλτούρας κυρίως ενδυματολογικής (μάρκες Umbro, Lonsdale, FredPerry…), η οποία επιβεβαιώνεται κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, και της οποίας η βία είναι η σπονδυλική στήλη. Σ’ ένα φανζίν των αρχών του ’90, ένα μέλος των Άρμι Κορ παρατηρεί με θλίψη ότι «η βία στο ποδόσφαιρο δεν είναι αρκετά διαδεδομένη». Σήμερα, οι Κάζουαλ Φερμ [CasualFirm], που εμφανίστηκαν μετά το ματς ΠΣΖ-Καέν κι έγιναν διάσημοι το 1995 για την σημαία τους που στρεφόταν εναντίον του Ζορζ Γουεά και απεικόνιζε τον κέλτικο σταυρό, παραμένουν οι πιο αντιπροσωπευτικοί. Γύρω από αυτούς περιστρέφονται πολλοί σύνδεσμοι. Το βασικό τους κίνητρο είναι οι συμπλοκές ανάμεσα σε ενήλικες, με τη συγκατάθεσή τους. Μέχρι και στην Αγγλία ξέρουν ότι οι κανόνες της μάχης με γυμνά χέρια γίνονται σεβαστοί σχεδόν πάντα στο Παρίσι. «Όταν ένας καβγάς γίνεται με κανόνες, αποφεύγεται το ξεκαθάρισμα λογαριασμών πισώπλατα», σχολιάζει ο Αλέν. Αλλά οι περίπου 300 απαγορεύσεις εισόδου που ισχύουν αυτή τη στιγμή περιορίζουν για την ώρα το ενεργό δυναμικό των Παριζιάνων, το οποίο, σύμφωνα με την αστυνομία, δεν έχει τα μέσα να τα βγάλει πέρα. Οι σπάνιες «επαφές» με την επαρχία δεν κινητοποιούν παρά μόνο μερικές δεκάδες από τους σκληρούς. Στην πραγματικότητα, οι τελευταίες πραγματικές συμπλοκές, εκτός από τον «εμφύλιο πόλεμο» με τους Τιγκρί (βλ. SoFoot, τεύχος 36), είναι αυτές που τους φέρνουν αντιμέτωπους με τους Λυονέζους το 2006.
«Νοικοκυραίοι»
Η, κατά βάση ρατσιστική, πολιτική πεποίθηση που μοιράζονται οι περισσότεροι στην κερκίδα της Μπουλόν είναι ότι η κερκίδα οφείλει να είναι «περιοχή των λευκών», τω ν «νοικοκυραίων», σε αντίθεση με την κερκίδα Οτέιγ, η οποία έχει τη φήμη πολυφυλετικής κερκίδας και η οποία έχει κερδίσει έδαφος από το 1993. Σύμφωνα με την casual κουλτούρα που κυριαρχεί στο Πέταλο της Μπουλόν, το γήπεδο δεν πρέπει να είναι χώρος προσηλυτισμού. Το να είναι κανείς παρών στην κερκίδα Μπουλόν είναι από μόνο του πολιτική πράξη και δεν χρειάζεται να κάνει κάτι παραπάνω. Για τον Μπερνάρ, έναν παλιό θαμώνα του πετάλου που έχει περάσει από πολλούς συνδέσμους, «η κερκίδα Μπουλόν είναι ένα είδος ασφάλειας, σεβασμού. Έχουμε μια σημαία και όπου πάμε, απαιτούμε να τη σέβονται». Σε αντίθεση με τη δεκαετία του ’90, όταν κάποιοι τομείς ήταν απαγορευμένοι για τους μαύρους και τους Μαγκρεμπίνους, αυτό που κάνει τη διαφορά πλέον δεν είναι τόσο το χρώμα του δέρματος, όσο ο σεβασμός των θεμελιωδών αξιών της κερκίδας. «Εδώ και πέντε-έξι χρόνια, δεν υπάρχουν πια προβλήματα με τους μαύρους και τους Άραβες στην κερκίδα, αρκεί να μπαίνουν στο καλούπι», διαπιστώνει ο Αλέν. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν ενίοτε κάποιοι καβγάδες.
Αυτή η απολιτική όψη έκανε για πολύ καιρό τους casuals να είναι σε διαμάχη με τους φασίστες σκίνχεντ που κυριαρχούσαν το ’80. «Είναι λάθος να πει κανείς ότι η Μπουλόν είναι φασιστική κερκίδα. Οι θαμώνες της υποστηρίζουν την ακροδεξιά και την ακροαριστερά και κάποιοι το κόμμα του Σαρκοζί», αποκαλύπτει ο Αλέν. «Δεν υπάρχουν νεοναζί, αν και οι θαμώνες παραμένουν θεμελιωδώς εθνικιστές». Οι φασίστες δεν έχουν, ωστόσο, εξαφανιστεί και, για να λέμε την αλήθεια, τα όρια ανάμεσα σ’ αυτούς και ορισμένους εξτρεμιστές casuals παραμένουν θολά, όπως μαρτυρά η συμμετοχή των ανεξάρτητων στην διαδήλωση της 9ης Μαΐου 2006 εις μνήμην του Σεμπαστιάν Ντεϊζιέ[ii], η οποία διοργανώθηκε από την ριζοσπαστική ακροδεξιά.
«Παρά πίσω, είναι δέκα εναντίον ενός»
Με αφορμή τα γεγονότα του ματς ΠΣΖ-Καέν, κατά τα οποία το πέταλο μεταφέρθηκε από το πάνω στο κάτω διάζωμα της κερκίδας Μπουλόν, ένας πληθυσμός που βρισκόταν στα όρια, εγκαταστάθηκε οριστικά στον κόκκινο τομέα. Με τον διαχωρισμό της κερκίδας σε τομείς κατά τη σεζόν ’95-’96, ο τομέας R1 γίνεται στην αρχή καταφύγιο των σκληροπυρηνικών, και στη συνέχεια θέρετρο των παλιών μάχιμων, των «παππούδων», σύμφωνα με τον Αλέν. Ο R2 προσελκύει ένα μείγμα ατόμων «ανεξέλεγκτων και ασταμάτητων», τα οποία χτυπιούνται κάθε φορά που μπαίνει γκολ, δεν εκπροσωπούν τίποτα και εκνευρίζουν το υπόλοιπο πέταλο. Γιατί οι casual έχουν καταλάβει ότι η εξωτερίκευση ορισμένων απόψεων, οι οποίες κατά τη γνώμη τους, αλλοιώνουν το κίνημα, δεν ταιριάζουν στο πνεύμα της εποχής. Εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, προσπαθούν να κάνουν ένα ξεκαθάρισμα, όπως το ’94-’95, όταν τα μέλη του PNFE, ενός ακροδεξιού κόμματος, καταδιώκονται με τη βοήθεια στρατιωτικών δυνάμεων, επειδή προσπάθησαν να προσηλυτίσουν κόσμο στην κερκίδα. Αυτός ο εμφύλιος πόλεμος είναι μια από τις πιο παραγνωρισμένες όψεις της ζωής του Πετάλου της Μπουλόν. Και υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Αν, όπως παραδέχεται ο Αλέν, «οι τύποι που χαιρετούν ναζιστικά αποτελούν στόχο ορισμένων μελών των Μπουλόν», αυτό το ξεκαθάρισμα δεν θα γίνει ειρηνικά. Ο Μπερνάρ εκμυστηρεύεται: «Όταν θες να κάνεις ξεκαθάρισμα, έρχεσαι μετά αντιμέτωπος με τη δικαιοσύνη». Αν ο ίδιος πάει να σπάσει τα μούτρα των «σπουδαίων» που παινεύονται για τις κτηνωδίες τους ή μπαίνουν στην κερκίδα ουρλιάζοντας «whitepower!» [λευκή εξουσία], δεν θα το κάνει βούκινο. «Οι τύποι είναι αρκετά δειλοί. Παρά πίσω, είναι δέκα εναντίον ενός».
«Στη ζωή, στον θάνατο»
Πέρα από τον πολιτικό προσηλυτισμό, οι casualsκατηγορούν τους φασίστες ότι δεν βοηθούν στις συμπλοκές. Ο Νικολά Ουρκάντ, κοινωνιολόγος και συνεργάτης πλέον του περιοδικού SoFoot, έκανε την πάπια: «Στον αγώνα με τη Γαλατασαράι, το ’96, ήμουν με τους σκηροπυρηνικούς της Μπουλόν και συνάντησα έναν γνωστή μου ακροδεξιό να καίει μια τούρκικη σημαία. Όταν άρχισε να πέφτει ξύλο, η παρέα του δεν κουνήθηκε. Λίγο αργότερα, ήμουν με κάποιους οπαδούς και μας έβρισε ένας σκληροπυρηνικός επειδή μέναμε πίσω. Ο τύπος μας απειλούσε με αντίποινα». Γιατί η αλληλεγγύη στους casualsείναι ιερή. «Οι δεσμοί μεταξύ τους είναι πολύ δυνατοί και ενισχύονται μέσω των συνθημάτων. Δεν υπάρχει προδοσία, είναι μαζί στη ζωή και στον θάνατο, εκτός κι αν μπει στην μέση κάποια γκομενοϊστορία», εξηγεί ο Αλέν.
Όντας μια μεγάλη οικογένεια, η κερκίδα Μπουλόν παραμένει έτσι και σε άλλες περιστάσεις. Το 1993, 450 άτομα παρευρίσκονται στην κηδεία του επικεφαλής των Κομάντος Πάιρετς, ο οποίος σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Οι γονείς του, μέλη του γαλλικού κομμουνιστικού κόμματος, εκπλήσσονται κάπως στο θέαμα αυτών των κοντοκουρεμένων νέων. Αλλά η περίσταση επιβάλλει να μην γίνει εμφανές κανένα πολιτικό σύμβολο. Στον επόμενο αγώνα, ο υπεύθυνος της αστυνομίας διαβεβαιώνει τον Φαμπιάν ότι κανείς από τους άντρες του δεν θα μπει στην κερκίδα εκείνη τη μέρα, από σεβασμό στον πόνο τους. «Μαζί με το ματς Γαλλία-Αγγλία και το ΠΣΖ-Καέν, αυτό αποτέλεσε ένα τρίτο συμβάν το οποίο βιώθηκε έντονα από το πέταλο της Μπουλόν», λέει ο Φαμπιάν. «Μετά από εκείνη τη μέρα, το πέταλο δεν ήταν πspan lang=”EN-US”pοτέ ξανά το ίδιο».
Η μείωση της έντασης
Παρά τις εσωτερικές διαμάχες της και την ένταση που υπάρχει κάποιες φορές, η Μπουλόν παραμένει μια κερκίδα όπου ο λάτρης της ατμόσφαιρας βρίσκει αυτό που θέλει. Ιστορικό πέταλο στο Παρκ ντε Πρενς αλλά και σε ολόκληρη τη Γαλλία, είναι ικανή να ξεπερνάει τον εαυτό της στις σπουδαίες περιστάσεις. «Στην κερκίδα Οτέιγ, η ατμόσφαιρα είναι πάνω κάτω η ίδια σε όλους τους αγώνες», μαρτυρά ο Νικολά Ουρκάντ. «Στη Μπουλόν, ο κόσμος συμπαραστέκεται στην ομάδα, τον νιώθεις να ζει τον αγώνα, να ταυτίζεται σωματικά με τους παίκτες. Ήμουν στο πέταλο το ’93 στον αγώνα ΠΣΖ-Ρεάλ· η κερκίδα είχε πάρει φωτιά· στο ματς ΠΣΖ-Στεάουα το ’97, ήμουν στην κερκίδα Οτέιγ και ένιωθα ότι ήταν ένας σπουδαίος αγώνας, αλλά η διαφορά ήταν μεγάλη». Μόνο όταν τα σπουδαία γεγονότα αραιώνουν και η ομάδα αντιμετωπίζει το φάσμα του υποβιβασμού, η Μπουλόν πρέπει να ασχοληθεί και με τη μείωση της έντασης. Πρόσφατα, όντας απέναντι από την κερκίδα Οτέιγ, ο αρχηγός των Μπόιζ αφήνει το μεγάφωνό του για να πάει να τα ψάλλει στους γειτονικούς συνδέσμους, οι οποίοι ήταν μουγκοί καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα. Μια κίνηση που δείχνει το θυμό του, αλλά που αποδείχτηκε μάταιη. Κάνοντας το Πέταλο της Μπουλόν «έναν χώρο όπου συγκεντρωνόμαστε, κι όχι που εκφραζόμαστε», σύμφωνα με τον Αλέν, οι ανεξάρτητοι δείχνουν σήμερα ότι έχουν κατακτήσει την κερκίδα κι ότι το ποδόσφαιρο παραμένει γι’ αυτούς πάνω απ’ όλα ένα μέσο να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους και να συμμετέχουν, όλο και πιο σπάνια βέβαια, σε έναν καλό καβγά.
[i] Γαλλικό πολιτικό κόμμα της ακροδεξιάς, με ηγέτη τον Ζαν Μαρί Λεπέν.
[ii] Μάχιμος εθνικιστής, ο Σεμπαστιάν Ντεϊζιέ πέθανε στις 7 Μαΐου ’94, πηδώντας από μια σκεπή ενώ η αστυνομία τον καταδίωκε στα πλαίσια μιας απαγορευμένης διαδήλωσης της ακροδεξιάς.
Πώς ελέγχει η Παρί Σεν Ζερμέν τους οπαδούς της
Με την άφιξη της Επενδυτικής Αρχής του Κατάρ, η Παρί Σεν Ζερμέν (ΠΣΖ) μπήκε σε μια νέα εποχή: τόσο στον αγωνιστικό χώρο, με σταρ στη σύνθεσή της, όσο και στις κερκίδες, με την ανακαίνιση της έδρας της, του Παρκ ντε Πρενς, και με μια δηλωμένη απόφαση να μεταμορφώσει το κοινό της, έτσι ώστε η ομάδα να γυρίσει σελίδα απ’ τις βιαιότητες. Για να μη χαλάσει τίποτα την ωραία αυτή βιτρίνα, η ομάδα της γαλλικής πρωτεύουσας ασκεί στενό έλεγχο των οπαδών της, φτάνοντας πολύ πέρα από τη δικαιολογημένη καταπολέμηση της βίας και των φυλετικών διακρίσεων. Αύξηση της τιμής των εισιτηρίων, αυστηροί γενικοί όροι πώλησής τους, διεξοδική επιτήρηση και οργάνωση των θεατών, λογοκριμένα πανό, ακυρώσεις εισιτηρίων για τους οργανωμένους ή στα ματς εκτός έδρας και μια μαύρη λίστα για αμφισβητίες οπαδούς, την ύπαρξη της οποίας υποψιαζόταν από καιρό και πρόσφατα απέδειξε κιόλας η Εθνική Επιτροπή Πληροφορικής και Ελευθεριών. Καλώς ήρθατε στον θαυμαστό, άσπιλο και ελαφρώς παρανοϊκό κόσμο της ΠΣΖ.
Η έναρξη του πρωταθλήματος της Α΄ Κατηγορίας ήταν ευκαιρία για την ΠΣΖ να ξανακάνει τους φιλάθλους να μιλάνε γι’ αυτή. Για τις μεταγραφές της, τον νέο της προπονητή και τις πρώτες αγωνιστικές επιδόσεις της, βέβαια, αλλά επίσης, με τρόπο λιγότερο λαμπερό, για τον νέο εσωτερικό κανονισμό της, που μετατρέπει πλέον το Παρκ ντε Πρενς σε χώρο μη καπνιζόντων, για τις διατάξεις που περιορίζουν την πρόσβαση των παριζιάνων οπαδών στα γήπεδα εκτός έδρας και για την κλήτευσή της από την Εθνική Επιτροπή Πληροφορικής και Ελευθεριών (ΕΕΠΕ) λόγω του παράνομου φακελώματος των ίδιων των οπαδών της.
Η ΕΕΠΕ φωνάζει
Αν και ορισμένοι οπαδοί υποψιάζονταν από τον Σεπτέμβριο του 2012 την ύπαρξη μιας μαύρης λίστας, ακόμα κι αυτοί έπεσαν απ’ τα σύννεφα ανακαλύπτοντας ότι αυτή αριθμούσε πάνω από 2.000 ονόματα, όταν η ΕΕΠΕ αποφάσισε να δημοσιοποιήσει την κλήτευση που απηύθυνε στην ΠΣΖ «λόγω της σοβαρότητας των διαπιστωμένων παραλείψεων και του σημαντικού αριθμού παραπόνων που δεχτήκαμε». Γιατί η Επιτροπή έφερε στην επιφάνεια δύο λίστες αποκλεισμού οπαδών, οι οποίες θα έπρεπε να είχαν λάβει πρώτα την έγκρισή της. Η πρώτη αφορά λογικά τις απαγορεύσεις εισόδου στο γήπεδο. Όμως, λιγότερο λογικά, η ΠΣΖ δεν έκρινε σκόπιμο να σεβαστεί τη διαδικασία που προβλέπει να ενημερώνεται η ΕΕΠΕ σε ό,τι αφορά τη διαχείριση αυτού του αρχείου. Η δεύτερη λίστα, πολύ πιο αμφιλεγόμενη, καταγράφει πρόσωπα «ανεπιθύμητα», για τα οποία δηλαδή η ΠΣΖ θεωρεί ότι έχουν «μια συμπεριφορά που δεν συνάδει με τις αξίες της ομάδας», μολονότι «οι αξίες αυτές δεν μνημονεύονται σε κανένα επίσημο έγγραφο», όπως υπογραμμίζει ο δικηγόρος Σιρίλ Ντιμπουά, που έχει αναλάβει την υπεράσπιση πολλών παριζιάνων οπαδών.
Εδώ και πολλούς μήνες, το SoFootπερίμενε τη γνωμοδότηση της ΕΕΠΕ, ερευνώντας παράλληλα αν υπήρχε όντως αυτή η μαύρη λίστα και πώς εφαρμοζόταν – πηγαίνοντας τακτικά στο Παρκ ντε Πρενς, συλλέγοντας πλήθος μαρτυριών και συμβουλευόμενο διάφορα έγγραφα. Όλα τα γεγονότα που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο στηρίζονται σε ποικίλες και συγκλίνουσες παρατηρήσεις, έγγραφα ή μαρτυρίες.
Το σχέδιο ασφάλειας, οι Καταριανοί και το νέο κοινό
Τα βασικά στοιχεία για την πρόσφατη ιστορία της διαχείρισης των οπαδών από την ΠΣΖ είναι γνωστά. Στο τέλος της σεζόν 2009-2010, που σημαδεύτηκε από σοβαρά περιστατικά βίας και τον θάνατο του Γιαν Λορένς, έναν οπαδό της θύρας Μπουλόν (Kop de Boulogne), η ΠΣΖ και οι αρχές πήραν δραστικά μέτρα τα οποία έρχονταν σε αντίθεση με την ανεκτική ή χαλαρή, μερικές φορές, πολιτική που ακολουθούταν μέχρι τότε. Την άνοιξη του 2010, οι ενώσεις οπαδών των δύο πετάλων διαλύθηκαν από τις αρχές, και ο Ρομπέν Λεπρού, τότε πρόεδρος της ΠΣΖ, έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο ασφάλειας, θεσπίζοντας ιδίως τη διασπορά των οπαδών στα πέταλα και στις γωνίες του Παρκ ντε Πρενς. Έναν χρόνο αργότερα, η ομάδα της πρωτεύουσας, που είχε ξαναγίνει πιο παρουσιάσιμη, πωλήθηκε στην QatarSportInvestment, ένα καταριανό επενδυτικό σχήμα το οποίο αναλαμβάνει να κάνει την ΠΣΖ αγνώριστη, με γερές ενέσεις από μάρκετινγκ και βεντέτες.
Τραυματισμένη από χρόνια βίας, η ομάδα θέλει πλέον να αποφύγει κάθε παρεκτροπή που θα μπορούσε να βλάψει την εικόνα της. Ο πληρεξούσιος γενικός διευθυντής της ΠΣΖ, Ζαν-Κλοντ Μπλαν, το εξάγγειλε χωρίς περιστροφές στην εφημερίδα LeParisienπριν από έναν χρόνο, τη στιγμή που πολλοί οπαδοί μιλούσαν ήδη για την ύπαρξη μιας λίστας ανεπιθύμητων: «Θέλουμε να μπορούμε να διαλέγουμε το κοινό που επιθυμούμε». Χάρη σε μια πληθώρα από σταρ που έκαναν την παρισινή ομάδα ιδιαιτέρως ελκυστική, το Παρκ είναι γεμάτο, παρά τη σημαντική αύξηση στην τιμή των εισιτηρίων. Έτσι, το περιθώριο χειρισμών της ΠΣΖ είναι μεγάλο. Αν η θέληση να γυρίσουν σελίδα από τα χρόνια της βίας και του ρατσισμού είναι απολύτως δικαιολογημένη, η ΠΣΖ θα φτάσει στην πραγματικότητα πολύ μακρύτερα, επιδιώκοντας να ελέγξει αυστηρά τη συμπεριφορά των θεατών και να απαγορεύσει κάθε παρέκκλιση, έστω κι ελάχιστη, με εξαίρεση τα υβριστικά συνθήματα, τα οποία δεν μειώθηκαν στ’ αλήθεια αυτούς τους τελευταίους μήνες… Θα φτάσει επίσης να καταπνίξει κάθε απόπειρα αμφισβήτησης της πολιτικής της, όπως και κάθε προσπάθεια οργάνωσης της ατμόσφαιρας και της υποστήριξης της ομάδας. Στο Παρκ, λοιπόν, το κοινό των πετάλων επιτηρείται στενά. Κατά τις μετακινήσεις, οι παριζιάνοι οπαδοί βρίσκονται υπό παρακολούθηση, όταν δεν είναι απλούστατα ανεπιθύμητοι σε πολλές πόλεις της Γαλλίας.
Η τάξη βασιλεύει στο Παρκ
Νοέμβριος του 2012. Η Σεντ-Ετιέν φιλοξενείται στο Παρκ ντε Πρενς από την ΠΣΖ. Μερικοί οπαδοί της θύρας Οτέιγ προσπαθούν να αναρτήσουν, σε πολλά πανό, το μήνυμα «Κάνουμε ούλτρα μεγάλα όνειρα», μια έμμεση αναφορά στο καλοκαιρινό σλόγκαν της ΠΣΖ, «Κάνουμε μεγαλύτερα όνειρα». Τίποτα το ανησυχητικό. Κι όμως, σε λιγότερο από μισό λεπτό, τα πανιά κατεβαίνουν από το προσωπικό του γηπέδου και οι δημιουργοί τους πετιούνται με τις κλωτσιές έξω απ’ το στάδιο. Ο λόγος ήταν ότι το μήνυμα περιείχε τη λέξη «ούλτρα», που είχε εξοριστεί από τις παρισινές κερκίδες με το σχέδιο Λεπρού. Για όσους δεν κατάλαβαν ακόμα το μήνυμα, η ΠΣΖ το κάνει λιανά: δεν θέλει πια συνδέσμους ούτε οργάνωση ούτε ηγέτες των κερκίδων. Ακόμα κι όταν οι τελευταίοι δεν είναι παρά μια χούφτα άνθρωποι. Με δυο λόγια, κανείς δεν πρέπει να αποκτά κύρος στις κερκίδες και να γίνεται οργανωμένη δύναμη υποστήριξης της ομάδας, γιατί η ομάδα φοβάται μήπως έρθει σε αντίθεση με την πολιτική της. Έτσι, πέρα από την επαινετή ρήξη σχέσεων με τις βιαιότητες ορισμένων παλιών ομάδων οπαδών, η ΠΣΖ αποφάσισε να τα βάλει και με τους συνδέσμους. Τη νύφη την πλήρωσαν μερικοί οργανωμένοι. Οι οπαδοί αυτοί, απογοητευμένοι από την έλλειψη ζωντάνιας της κερκίδας την προηγούμενη σεζόν, είχαν έρθει σε επικοινωνία με την ΠΣΖ ζητώντας απλώς να μπει ένα μεγάφωνο και κάποια τύμπανα ώστε να συντονίζονται τα τραγούδια στο πέταλο. Οι διοικούντες αρνήθηκαν χωρίς συζήτηση.
Αν όλα τα ποδοσφαιρικά στάδια βρίσκονται υπό στενή επιτήρηση, με κάμερες, σωματική έρευνα κατά την είσοδο, προσωπικό ασφαλείας και ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας, το Παρκ ξεχωρίζει με την εντυπωσιακή διπλή ασφάλειά του, που είναι ορατή κυρίως στα πέταλα. Από τη μια, οι άντρες με τα κόκκινα, οι παραδοσιακοί ταξιθέτες της ομάδας, και από την άλλη άντρες με πιο διακριτική, σκούρα μπλε στολή, που βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία μέσω ασυρμάτων με παρατηρητές στον αγωνιστικό χώρο. Μια ασφάλεια την οποία ένας οργανωμένος της θύρας Οτέιγ, του οποίου την άποψη συμμερίζονται πολλοί από τους οπαδούς που συναντήσαμε, χαρακτηρίζει «αστυνομία της συμπεριφοράς και της σκέψης». Οι φρουροί αυτοί δεν αφήνουν τίποτα να πέσει κάτω. Και στο στόχαστρο δεν έχουν μπει μόνο τα καπνογόνα, κάθε άλλο.
Απαγόρευση στο κάπνισμα και στην κριτική
Οι πανταχού παρούσες αφίσες με το σύνθημα «Ο αγωνιστικός χώρος είναι ιερός, το χόρτο απαγορεύεται» δείχνουν ξεκάθαρα ότι αν πολλοί οπαδοί εξακολουθούσαν την προηγούμενη σεζόν να στρίβουν τσιγαριλίκια, καλά θα έκαναν να τα στρίβουν στα κρυφά, για να μην τους πετάξουν έξω απ’ το στάδιο ή και για να μην τους ειδοποιήσουν ταχυδρομικά ότι τους κόβουν τα εισιτήρια (είχαμε την ευκαιρία να δούμε μια επιστολή με παραλήπτη έναν οπαδό που έκανε χρήση κάνναβης). Η απόφαση να μετατραπούν οι κερκίδες σε μη καπνιζόντων φέτος (για τον σεβασμό της οποίας φροντίζει το προσωπικό του σταδίου, με τρόπο λιγότερο ή περισσότερο κομψό, ανάλογα με την περίπτωση) προφανώς αποσκοπεί εξίσου (για να μην πούμε περισσότερο) στη χρήση μαριχουάνας όσο και στη χρήση καπνού.
Ένας οργανωμένος που δεν είχε επιλήψιμη συμπεριφορά, αλλά φορούσε μια μπλούζα ντουμπλ-φας με στάμπα «PSG» και «Authentiks» (ενός συνδέσμου που έχει διαλυθεί από τις αρχές το 2010) πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του β΄ ημιχρόνου του αγώνα ΠΣΖ-Μαρσέιγ, στις 24 Φεβρουαρίου 2013, στο αστυνομικό τμήμα του Παρκ, πριν του επιβληθεί μια διοικητική απαγόρευση εισόδου στο γήπεδο για 3 μήνες, την οποία η ΠΣΖ επιμήκυνε εν συνεχεία σε 6 μήνες…
Όποιο μήνυμα αντιστρατεύεται την ασφάλεια, έστω κι αν δεν έχει τίποτα το προσβλητικό, απαγορεύεται. Έτσι, οι οπαδοί που προσπάθησαν να απλώσουν ένα τετράγωνο πανό, μετά βίας μεγαλύτερο απ’ τους ίδιους, με σύνθημα «Οπαδός, όχι εγκληματίας» ή «Ούλτρας στο Παρίσι», είδαν τα πανιά τους να κατάσχονται αμέσως από τους ταξιθέτες και τους δημιουργούς τους να εκδιώκονται απ’ το Παρκ. Αν τυχόν πατήσει κανείς στη ράμπα στο κάτω μέρος του γηπέδου, οι παρατηρητές με τους ασυρμάτους μπορούν να τον κάνουν να το μετανιώσει… «Αυτά τα άτομα με τα πολιτικά προλαβαίνουν τα προβλήματα», οικτίρει ο Λοράν, οργανωμένος της θύρας Οτέιγ, «και επεμβαίνουν με τη βοήθεια των ταξιθετών για ένα πανό, ένα μπλουζάκι ή ένα τραγούδι που δεν τους αρέσει, εκδιώκοντας όσους ενδεχομένως έχουν υπερβολική ροπή στις διαμαρτυρίες ή στους πανηγυρισμούς».
Δεν έχουν καλύτερη τύχη οι φιλοξενούμενοι οπαδοί: μεγάφωνα, τύμπανα και σημαίες των οποίων το μέγεθος δεν είναι αρεστό στους υπεύθυνους ασφαλείας του γηπέδου δεν περνάνε τα κάγκελα. Η εξήγηση που δίνει η ΠΣΖ στις επιστολές με παραλήπτες τις αντίπαλες ομάδες; Η αρχή της αμοιβαιότητας απέναντι στους δικούς της οπαδούς. Λιγότερο ομολογημένο είναι ότι η ομάδα της πρωτεύουσας δεν θέλει να φαίνονται οι αντίπαλοι οπαδοί πιο θορυβώδεις απ’ τους δικούς της, τους οποίους δεν αφήνει να οργανωθούν. Μοιάζει λίγο με το φίδι που δαγκώνει την ουρά του. Όπως όμως θα έχει αντιληφθεί κανείς, η τάξη βασιλεύει στο Παρκ, όπου η χρηματική διαλογή κάνει ήδη ένα πρώτο ξεσκαρτάρισμα: το εισιτήριο διαρκείας κοστίζει περίπου 400 ευρώ στο πέταλο, ανάλογα με το πρόγραμμα που διαλέγει κανείς και την παλαιότητα.
Επανειλημμένες ακυρώσεις εισιτηρίων
Η σιδηρά πειθαρχία της ΠΣΖ εκτείνεται και στις μετακινήσεις των οπαδών, κι εκεί επίσης πολύ πέρα από την ανάγκη επαγρύπνησης απέναντι στον κίνδυνο βιαιοπραγιών, και με την απρόσμενη συνδρομή των αρχών. Έτσι, πολλοί οπαδοί της ΠΣΖ ισχυρίζονται ότι, σε ένα ταξίδι στο Μπορντό τον Ιανουάριο του 2013, η ασφάλεια των Γιρονδίνων τούς απαγόρεψε να μπουν στο γήπεδο Σαμπάν-Ντελμά με κασκόλ και σημαίες της ομάδας τους, έπειτα από διαταγή… της διοίκησης της ΠΣΖ. Δυο βδομάδες αργότερα, δύο λεωφορεία με παριζιάνους οπαδούς έμειναν σταματημένα για σχεδόν οκτώ ώρες σε μπλόκο της αστυνομίας κατά την είσοδό τους στην Τουλούζ, πριν τα ξαποστείλουν πίσω στο Παρίσι, χωρίς να επιτραπεί στους οπαδούς να παρακολουθήσουν την αναμέτρηση της τοπικής ομάδας με την ΠΣΖ. Αν ο έλεγχος αυτών των οπαδών μπορεί να γίνει κατανοητός, στον βαθμό που σε ορισμένους είχε επιβληθεί απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα, η μέθοδος που επιλέχθηκε και η αιτία προκαλούν απορίες: κατά τη διάρκεια της μακράς αναμονής τους, κάποιοι οπαδοί της Παρί ζήτησαν εξηγήσεις από την αστυνομία και υποστηρίζουν ότι έλαβαν την εξής απάντηση: «Να ρωτήσετε τον πρόεδρο της ομάδας σας, αυτός αποφασίζει!».
Είναι αναμφίβολο ότι ορισμένοι παριζιάνοι οπαδοί που μετακινούνται μόνοι τους έχουν επιλήψιμες συμπεριφορές, ιδίως κατά τις μετακινήσεις τους ανά την Ευρώπη. Το επερχόμενο ματς Άντερλεχτ-ΠΣΖ, που το περιμένουν πώς και πώς οι χούλιγκαν και των δύο ομάδων, λογικά θα μας το θυμίσει αυτό. Όμως η ομάδα και οι αρχές δεν αρκούνται να τα βάζουν με τους χούλιγκαν. Επεκτείνονται πολύ πέρα απ’ τους βίαιους οπαδούς και σπάνια ασχολούνται με το να διακρίνουν ανάμεσα στις διάφορες ομάδες προσώπων που μπορεί να ακολουθούν την ΠΣΖ.
Ένα μπάτσελορ πάρτι που γυρίζει μπούμερανγκ
Δύο φοιτητές, ο ένας στην Ανωτάτη Εμπορική και ο άλλος στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών, πλήρωσαν τη νύφη, μαζί με πέντε φίλους τους, στην αναμέτρηση με την Εβιάν Τονόν Γκαγιάρ, τον περασμένο Απρίλιο, στο Ανεσί. Ενώ ο ένας από αυτούς γιόρταζε το μπάτσελορ πάρτι του στην Άνω Σαβοΐα, πήραν είδηση ότι η ΠΣΖ έπαιζε εκεί το ίδιο Σαββατοκύριακο. Δεν ήταν ποτέ οργανωμένοι και σπάνια πήγαιναν στο Παρκ, αλλά το τέλος της σεζόν και το διαφαινόμενο πρωτάθλημα τους έκαναν να αποφασίσουν να πάνε στο γήπεδο του Ανεσί για να υποστηρίξουν την ομάδα τους για πρώτη φορά εκτός έδρας. Είχαν αγοράσει εισιτήρια δύο μήνες πριν από το ματς, αλλά μια εβδομάδα πριν τον αγώνα έλαβαν μια επιστολή από την Εβιάν Τονόν Γκαγιάρ που τους ενημέρωνε ότι τα εισιτήριά τους είχαν ακυρωθεί μετά από αίτημα της αστυνομίας. Είχαμε αναφερθεί στο περιοδικό στην αναστάτωση αναφορικά με αυτές τις ακυρώσεις εισιτηρίων που οδήγησαν τελικά την Εβιάν Τονόν Γκαγιάρ να εκδώσει μια ανακοίνωση η οποία ενέπλεκε την Εθνική Υπηρεσία Καταπολέμησης του Χουλιγκανισμού, που είχε στείλει τη λίστα των προς ακύρωση εισιτηρίων, με πρόσχημα ότι στους κατόχους τους είχε επιβληθεί απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα. Στην πραγματικότητα, τίποτα τέτοιο δεν ίσχυε για τους οπαδούς που ήταν παρόντες στο Ανεσί και για τους επτά φίλους που περνούσαν εκεί το Σαββατοκύριακο.
Συναντήσαμε λίγο μετά τους δύο αυτούς φοιτητές, που δεν αυτοπροσδιορίζονταν καν σαν πραγματικοί οπαδοί, και δεν μας έκρυψαν την «έκπληξή» τους μπροστά στις μεθόδους που χρησιμοποιούσε η ομάδα και οι αρχές: «Είναι η πρώτη φορά που μας στερούν μια ελευθερία, πρόκειται απολύτως για μια διάκριση σε βάρος μας». Ευτυχώς, κατάφεραν να βρουν εισιτήρια τη μέρα του ματς και να παρακολουθήσουν παρά ταύτα την αναμέτρηση… Αυτές οι συλλήβδην ακυρώσεις εισιτηρίων για όλους όσους διαμένουν στο Ιλ-ντε-Φρανς, τον νομό του Παρισιού, αλλά και έξω από αυτόν (στην Αμιένη ή στη Ρουάν, για παράδειγμα), άφηναν από καιρό να πλανάται η υποψία ότι διεξάγεται παρακολούθηση διευθύνσεων IP και, κυρίως, ότι υπάρχει μια λίστα «προγραμμένων» οπαδών, την οποία τηρούν και συμπληρώνουν από κοινού η ΠΣΖ και οι αρχές, όπως είχε ανακοινώσει ο ίδιος ο πρώην αστυνομικός διευθυντής του Παρισιού, Ζαν-Λουί Φιαμενγκί, το καλοκαίρι του 2012.
Η Λορ στη μαύρη λίστα
Από τον Σεπτέμβριο του 2012, δεκάδες παράπονα οπαδών ενάντια στην ΠΣΖ υποβλήθηκαν στην ΕΕΠΕ, ζητώντας την επαλήθευση της ύπαρξης ενός τέτοιου παράνομου αρχείου. Τότε, σε ένα ματς χάντμπολ ανάμεσα στην ΠΣΖ και τη Σεσόν-Ρεν, καμιά πενηνταριά παριζιάνοι οπαδοί διαπίστωσαν ότι τα εισιτήριά τους είχαν ακυρωθεί επειδή, σύμφωνα με τον Ζαν-Κλοντ Μπλαν, πληρεξούσιο γενικό διευθυντή της ΠΣΖ, υποτίθεται ότι στους κατόχους τους είχε επιβληθεί απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα. Ψέμα, εν μέρει. Ανάμεσά τους, η Λορ, τριάντα ετών, δεν είχε ποτέ πάρε-δώσε με την αστυνομία, παρά μόνο για έναν έλεγχο ταυτότητας σε ένα ματς της ΠΣΖ στην έδρα της Λοριάν την προηγούμενη σεζόν. Την παραμονή της αναμέτρησης, αυτή η οπαδός της ΠΣΖ, που δεν ήταν ποτέ οργανωμένη στο Παρκ ντε Πρενς, είχε λάβει ένα e–mail και μετά μια επιστολή όπου της ανακοινωνόταν η ακύρωση του εισιτηρίου της για το ματς του χάντμπολ. Ακατανόητο: «Δεν είχα ποτέ προβλήματα με την ΠΣΖ, ούτε με την αστυνομία, και δεν ανήκα ποτέ σε κανένα σύνδεσμο», διαβεβαιώνει η Λορ. Αυτή η στοχευμένη ακύρωση εισιτηρίων είχε πείσει ορισμένους οπαδούς ότι η ΠΣΖ όντως κατείχε μια μαύρη λίστα ανεπιθύμητων προσώπων, την οποία είχαν δώσει στην ομάδα η αστυνομία του Παρισιού και η Εθνική Υπηρεσία Καταπολέμησης του Χουλιγκανισμού, μετά από ελέγχους ταυτότητας που είχαν πραγματοποιηθεί την προηγούμενη σεζόν σε ματς εκτός έδρας και σε διαδηλώσεις ενάντια στην πολιτική της ομάδας απέναντι στους οπαδούς της.
Είναι απολύτως φυσιολογικό και χρήσιμο να γνωρίζει η ΠΣΖ την ταυτότητα εκείνων που τους έχει απαγορευτεί η είσοδος στα γήπεδα και να μπορεί να οργανώνεται για να τους απαγορεύει την πρόσβαση στο Παρκ ντε Πρενς. Πρώτα όμως πρέπει να ζητήσει την άδεια της ΕΕΠΕ για να δημιουργήσει ένα αρχείο. Και αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι ότι δεν το έκανε. Ακόμα σοβαρότερο: το γεγονός ότι η ΠΣΖ καταρτίζει μια λίστα ανεπιθύμητων προσώπων βάσει αυθαίρετων κριτηρίων, όπως συμπεριφορά «που δεν συνάδει με τις αξίες της ομάδας», ξεπερνά κατά πολύ το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, όπως υπογράμμισε και η ΕΕΠΕ. Η ΠΣΖ, ωστόσο, διαμαρτύρεται σε ανακοίνωσή της για την κλήτευση από την ΕΕΠΕ, αμφισβητώντας ακόμα και την ίδια την ύπαρξη «μαύρης λίστας». Αλλά τα πορίσματα της ΕΕΠΕ καθώς και πολλά πρόσφατα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η ΠΣΖ όντως προβαίνει σε αυθαίρετο φακέλωμα ανεπιθύμητων οπαδών.
Ο δικηγόρος Σιρίλ Ντιμπουά ασχολείται με πολλές υποθέσεις που κατηγορούν την ΠΣΖ. Έτσι, στις αρχές Οκτωβρίου του 2012, δεκαεπτά οπαδοί της Παρί είδαν το (αγορασμένο ονλάιν) εισιτήριό τους για το ματς Νανσί-ΠΣΖ, στις 27 Οκτωβρίου, να ακυρώνεται από την ομάδα της Νανσί. Το πρόσχημα που αναφέρεται στις επιστολές που στάλθηκαν στους οπαδούς: λόγοι ασφαλείας. «Ωστόσο, κανένας από αυτούς τους οπαδούς δεν είχε υποστεί απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα», υποστηρίζει ο Σιρίλ Ντιμπουά. Και γι’ αυτούς όπως και για τη Λορ, ο Σιρίλ Ντιμπουά είχε ειδοποιήσει την ΕΕΠΕ, καθώς «η κατάσταση αυτή μοιάζει να επιβεβαιώνει, λες και χρειαζόταν, την ύπαρξη μιας λίστας ανεπιθύμητων οπαδών την οποία έχει καταρτίσει η ομάδα, μιας λίστας που μοιάζει επιπλέον να έχει τύχει επικοινωνίας προς τρίτους – εν προκειμένω, άλλες ομάδες της Α΄ Κατηγορίας…».
Κλερ: «Απαγορεύεται η πρόσβαση. Ανεπιθύμητη»
Οι μαρτυρίες για περίεργες ακυρώσεις μεμονωμένων εισιτηρίων ή εισιτηρίων διαρκείας όλο και αυξάνονται. Έτσι, η Κλερ, οπαδός της ΠΣΖ, είδε το διαρκείας της να ακυρώνεται από την αγαπημένη της ομάδα μέσα στον χειμώνα. Γιατί; Τον Νοέμβριο του 2012, είχε παρακολουθήσει την αναμέτρηση Γαλλίας-Ιαπωνίας στο Σταντ ντε Φρανς δίπλα σε οπαδούς της ΠΣΖ που διαμαρτύρονταν για την πολιτική της ομάδας τους ζητώντας «Ούλτρας στο Παρίσι». «Η Κλερ δεν τελεί ούτε υπό διοικητική ούτε υπό δικαστική απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα. Απλώς της έλεγξαν την ταυτότητα στο Σταντ ντε Φρανς, όπως και σε εκατοντάδες άλλα πρόσωπα», διευκρινίζει ο δικηγόρος Ντιμπουά, ο οποίος εκφράζει την έκπληξή του για το γεγονός ότι η ΠΣΖ έλαβε γνώση αυτών των ελέγχων ταυτότητας. Γιατί όταν η Κλερ έδειξε το διαρκείας της στο επόμενο εντός έδρας ματς της ΠΣΖ, το μήνυμα «Απαγορεύεται η πρόσβαση. Ανεπιθύμητη» εμφανίστηκε στα τερματικά του Παρκ ντε Πρενς – μια απαγόρευση πρόσβασης την οποία πιστοποίησε μέσω κλητήρα ο Ντιμπουά. Μερικές μέρες αργότερα, η Κλερ έλαβε μια επιστολή από την ομάδα της πρωτεύουσας με την οποία της ανακοινωνόταν ο τερματισμός του διαρκείας της. Ο λόγος; Το Άρθρο 18ε των γενικών όρων πώλησης, βάσει του οποίου η ΠΣΖ διατηρεί το δικαίωμα να ακυρώνει εισιτήρια διαρκείας και να απαγορεύει την πρόσβαση στο Παρκ ντε Πρενς για διάστημα μέχρι και 3 χρόνια όταν μπορεί να καταλογιστεί στον κάτοχο μια συμπεριφορά «που δύναται να επιφέρει βλάβη στην εικόνα της ΠΣΖ». Σε ό,τι αφορά την Κλερ, η υποψία ήταν κάτι παραπάνω από εύλογη. Στην ίδια αυτή ρήτρα, η ΠΣΖ διατηρεί το δικαίωμα κύρωσης οποιασδήποτε συμπεριφοράς «ανάρμοστης ή αντίθετης στην ηθική και στα κοινά ήθη»· σύμφωνα με τον Σιρίλ Ντιμπουά, πρόκειται εδώ για «έννοιες ιδιαιτέρως αόριστες και υποκειμενικές, τις οποίες κατά τη γνώμη μου δεν μπορεί να διατηρεί μια ποδοσφαιρική ομάδα το δικαίωμα να τις κρίνει».
Δρακόντειοι γενικοί όροι πώλησης
Αν ο σαματάς που έγινε τον Ιούλιο γύρω από τον νέο εσωτερικό κανονισμό του Παρκ ντε Πρενς ήταν εν μέρει αδικαιολόγητος, γιατί οι περισσότερες από τις διατάξεις του υπήρχαν ήδη από πριν, το γεγονός ότι ζητείται πλέον από τους οργανωμένους να υπογράψουν αυτό τον κανονισμό είναι σίγουρα ένα μέσο ώστε να μπορεί μετά να καταλογιστεί σε όσους τυχόν δεν συμπεριφερθούν αναλόγως παραβίαση του κανονισμού, τον οποίο υποτίθεται ότι γνωρίζουν εφόσον τον υπέγραψαν. Σύμφωνα με έναν πρώην υπεύθυνο της συλλογικότητας «Ελευθερία για τους Οργανωμένους», που αυτοδιαλύθηκε πέρσι «υπό την πίεση των αρχών», «αν η ΠΣΖ μπορεί να δρα με τέτοιο τρόπο, ο λόγος είναι ότι μέχρι σήμερα κανείς δεν έκανε την κίνηση να τους πάει στα δικαστήρια». Γι’ αυτό οι οπαδοί που ανήκαν σ’ αυτή τη συλλογικότητα οργανώνονται για να διαμαρτυρηθούν συστηματικά, ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων, ενάντια στις καταχρήσεις που θεωρούν ότι υφίστανται. Μάλιστα αντέδρασαν με μια ανακοίνωση στην κλήτευση από την ΕΕΠΕ.
Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι οι διάφορες αρχές που ειδοποιούνται μπορούν απλώς να εκφέρουν γνώμη σχετικά με αυτές τις υποθέσεις. Πράγματι, στην περίπτωση της Κλερ, ο δικηγόρος Ντιμπουά απευθύνθηκε στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, Κατανάλωσης και Καταστολής της Απάτης για να επιβεβαιώσει αν οι ρήτρες που περιέχονται στους γενικούς όρους πώλησης της ΠΣΖ είναι καταχρηστικές. Σε μια επιστολή με το λόγκο της αστυνομίας πάνω-πάνω, το περιφερειακό τμήμα Παρισιού της Διεύθυνσης γνωστοποίησε ότι δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθεί στο αίτημα λόγω «περιορισμών δημόσιας ασφάλειας που δεν απορρέουν από νόμους και κανονισμούς των οποίων την εφαρμογή ελέγχει [η] Διοίκηση». Ο δικηγόρος εξεπλάγη και μεταφράζει: «Αυτό σημαίνει ότι στον εν λόγω φάκελο δεν τους επιτρέπεται να εξετάσουν την ύπαρξη ή όχι καταχρηστικών ρητρών σε βάρος ορισμένων καταναλωτών που είναι οργανωμένοι της ΠΣΖ, για λόγους, υποτίθεται, δημόσιας τάξης, πράγμα που είναι ωστόσο ακριβώς ο ρόλος τους». Από την πλευρά της, η Γενική Διεύθυνση διαβεβαίωσε το SoFoot ότι «οι ρήτρες αυτές δεν απορρέουν από τον κώδικα του καταναλωτή και δεν είναι επομένως στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσής μας, αλλά στην αρμοδιότητα των αστικών δικαστηρίων».
Έτσι, ο Σιρίλ Ντιμπουά κατέθεσε αγωγή ενώπιον ενός αστικού δικαστηρίου που θα κρίνει το ζήτημα των γενικών όρων πώλησης στις 14 του ερχόμενου Ιανουαρίου. Σε ό,τι αφορά την ανακοίνωση της ΠΣΖ μετά την απόφαση της ΕΕΠΕ, ο Ντιμπουά αναρωτιέται εντόνως «πώς συμπεραίνει η ΠΣΖ ότι η εμπορική πολιτική της μέσω των γενικών όρων πώλησης που εφαρμόζει εγκρίθηκε πρόσφατα από τη δικαιοσύνη, ενώ στη δική μου περίπτωση η δικαιοσύνη ακόμα δεν έχει αποφανθεί!».
«Ελευθερία, ισότητα, δεν υπάρχουν αυτά στην ΠΣΖ!»
Σε πείσμα των πολυάριθμων αγωγών που βρίσκονται σε εξέλιξη εις βάρος της, η ΠΣΖ θα συνεχίσει, άραγε, και φέτος τη δρακόντεια αυτή πολιτική της; Έτσι φαίνεται. Ο φόβος μιας επιστροφής στο κλίμα βίας, λανθάνουσας ή έκδηλης, ανάλογα με την περίοδο, που επικρατούσε στο παλιό Παρκ ντε Πρενς κάνει πολλούς οπαδούς να δέχονται όλους τους περιορισμούς που επιβάλλει η ομάδα. Η ποιότητα των ποδοσφαιριστών της επιτρέπει εξάλλου να γεμίζει εύκολα το στάδιο. Αν όμως το Παρκ σίγουρα δεν ήταν καλύτερο πριν, πρέπει άραγε, για να ξεπεραστούν τα φαινόμενα βίας, να κατευθυνθούμε προς ένα υπερελεγχόμενο Παρκ, χρησιμοποιώντας μεθόδους που ελάχιστα σέβονται τις ατομικές ελευθερίες; Δεν είναι δυνατόν να συμφιλιωθούν με καλύτερο τρόπο οι απαιτήσεις της ασφάλειας με τη διατήρηση των δημόσιων ελευθεριών; Πόσο μάλλον απ’ τη στιγμή που μια τέτοια πολιτική έχει ανεπιθύμητες συνέπειες. Η διοίκηση της ΠΣΖ προκαλεί με τη συμπεριφορά της μια βαθιά αντιπάθεια μεταξύ των οπαδών που αμφισβητούν την πολιτική της και κάθε άλλο παρά χούλιγκαν είναι όλοι, πράγμα που άναψε τη σπίθα απ’ την οποία ξέσπασε η πυρκαγιά στο Τροκαντερό τον περασμένο Μάιο [στα επεισόδια για τον εορτασμό της κατάκτησης του πρωταθλήματος από την ΠΣΖ. – Σ.τ.Μ.]. Εν αναμονή μιας αλλαγής κατεύθυνσης, αμφισβητίες οπαδοί τραγουδούσαν στο τέλος της περσινής σεζόν: «Ελευθερία, ισότητα, δεν υπάρχουν αυτά στην ΠΣΖ!».
br clear=”all” /
/span