Ο έρωτας
Κυκλοφορούν δεκάδες φωτογραφίες από τη εποχή του μεγάλου τους έρωτα. Μου αρέσει πιο πολύ μια τσαλακωμένη, όπου την κοιτάζει στα χείλη και τον κοιτάζει στα μάτια. Αυτός είναι ο Μανέ Γκαρίντσα, το σκοτεινό αστέρι του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, αυτή είναι η Έλζα Σοάρες, θρύλος του βραζιλιάνικου τραγουδιού και μοιραίος του έρωτας. Λίγο πριν το Μουντιάλ του 1962 τα δυο αστέρια γνωρίζονται και ερωτεύονται κεραυνοβόλα. Ο Γκαρίντσα χωρίζει τη γυναίκα του και μητέρα των εφτά παιδιών του και προκαλεί την λαϊκή κατακραυγή –κύριος στόχος η αντροχωρίστρα Έλζα. Ακολουθεί μια πολύ πολύ λυπητερή ιστορία.
Η ζωή
Ο Γκαρίντσα γεννήθηκε και πέθανε πάμφτωχος, άρχισε να πίνει από παιδί και έσβησε λίγο πριν τα πενήντα του αλκοολικός. Πιτσιρικάς απορρίφθηκε από τη Φλουμινένσε, τη Φλαμένγκο και τη Βάσκο ντε Γκάμα πριν γίνει το απόλυτο είδωλο της Μποταφόγκο και ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου. Απέκτησε δεκατέσσερα παιδιά, το ένα με μια Σουηδέζα την οποία δεν ξαναείδε ποτέ, κέρδισε δυο Παγκόσμια Κύπελλα, το ένα, στη Χιλή, σχεδόν μόνος του –ο Πελέ ήταν τραυματίας– , έκανε πολύ σεξ, έγινε ο βασιλιάς της μίας αλλά ακαταμάχητης ντρίπλας, παντρεύτηκε τον παιδικό του έρωτα και χώρισε για χάρης της Έλζας Σοάρες, αγαπήθηκε όσο κανένας ποδοσφαιριστής στη χώρα που οι ποδοσφαιριστές αγαπήθηκαν και αγαπιούνται πάρα πολύ, και έκανε πολλά μάτια να δακρύσουν στη χώρα που το κλάμα είνα ένας εναλλακτικός τρόπος να εκφράζει κανείς και τη χαρά του.
Το όνομα με το οποίο έγινε γνωστός λέει ήδη πολλά γι΄αυτόν: Μανέ, υποκοριστικό του Μανοέλ αλλά και συνώνυμο του χαζούλη, Γκαρίντσα, από το μικροσκοπικό, αεικίνητο πουλάκι της οικογένειας των Τρωγλοδυτιδών που του έμοιαζε. Τα παρατσούκλια που απέκτησε μεγάλος ήταν εξίσου εύγλωττα. Ένα από αυτά το χρωστάει στον μεγάλο Βραζιλιάνο ποιητή και συνθέτη –και οπαδό της Μποταφόγκο – Βινίσιους ντε Μοράες: «O Anjo de Pernas Tortas [Ο άγγελος με τα στραβά πόδια]». Ο Γκαρίντσα γεννήθηκε με το ένα πόδι έξι εκατοστά κοντύτερο από το άλλο.
Ένα άλλο, αυτό που βρίσκεται γραμμένο στον τάφο του, το «Alegria do Povo [Η χαρά του λαού]», έδωσε και τον τίτλο ενός από τα δύο καταπληκτικά ντοκιμαντέρ που γυρίστηκαν για τον Γκαρίντσα (1) –το άλλο είναι το: «Πελέ, Γκαρίντσα, θεοί της Βραζιλίας»(2).
Στο youtube, εκτός από τα δεκάδες βίντεο που ανθολογούν τις ντρίπλες του – ενδεικτικοί τίτλοι, καθώς η ντρίπλα είναι διεθνής : «the genius of dribble», «greatest dribbler of all times», «o major driblador da historia do futebol», «le roi de dribble» –, κυκλοφορεί και μια ταινία μυθοπλασίας, δηλαδή στην περίπτωσή μας βιογραφική, το «Μοναχικό αστέρι [Estrela Solitaria]», βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Ρούι Κάστρο. Η ταινία, προφανώς, είναι ένα απίστευτο μελό (3).
Με τον άλλο θεό της Βραζιλίας, τον αειθαλή Πελέ, επτά χρόνια μικρότερο, ξεκίνησαν τη διεθνή τους καριέρα μαζί, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, και θάμπωσαν από την πρώτη τους κοινή εμφάνιση σε επίσημο ματς, απέναντι στη Σοβιετική Ένωση και τον τεράστιο Λεβ Γιασίν (4). Αν όμως ο Πελέ τα κατάφερε και τα καταφέρνει καλά, η καριέρα και η ζωή του Μανέ Γκαρίντσα πήραν γρήγορα την κάτω βόλτα. Κέρδισε τρία πρωταθλήματα με την Μποταφόγκο, συνέχισε να παίζει με ενέσεις, παρά τους αφόρητους πόνους στο πόδι του, και συνέχισε να πίνει με πάθος αλκοόλ. Το 2000, ο Πελέ, εκνευρισμένος που μετά από τόσα χρόνια οι δημοσιογράφοι που έρχονται να του πάρουν συνέντευξη εξακολουθούν να τον ρωτούν για τον παλιό του συμπαίκτη στην Εθνική, θα αποκαλύψει ότι ο Μανέ έπινε καϊπιρίνια στις προπονήσεις. Ο Γκαρίντσα φεύγει από την Μποταφόγκο το 1965 και προσπαθεί να συνεχίσει να παίζει μπάλα σε διάφορες ομάδες μέχρι το 1972 : σε έξι χρόνια θα παίξει συνολικά σε λιγότερα από σαράντα ματς και θα σκοράρει εφτά φορές. Είναι η σκιά του εαυτού του.
Ο θάνατος
Το 1973 είναι μια χρονιά σημαδιακή: τον Δεκέμβρη, 130.000 θεατές θα γεμίσουν το Μαρακανά για να τον δουν να αποχαιρετά το ποδόσφαιρο, σε ένα ματς ανάμεσα σε μια ομάδα ξένων –όχι και τόσο– επιλέκτων και την Εθνική Βραζιλίας (5). Την ίδια χρονιά, ένα βράδυ οδηγεί μεθυσμένος και προκαλεί τον θάνατο της μητέρας της Έλζας. Είναι βίαιος, ακούγεται πως την χτυπά. Ο Πελέ θα θυμηθεί ακόμη μια ιστορία από τα αποδυτήρια της Εθνικής Βραζιλίας, τον Γκαρίντσα να φτάνει με ένα ρεβόλβερ στην προπόνηση, μετά από έναν καυγά με την Έλζα. Μένουν παντρεμένοι μέχρι το 1982 αλλά εκείνη φεύγει από το σπίτι πολύ νωρίτερα, λίγο μετά τη γέννηση του γιου τους το 1977.
Δυο σκηνές και ένα τραγούδι μιλούν για το τέλος της σύντομης ζωής του Μανέ Γκαρίντσα καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη πρόζα. Στην πρώτη, από την παρέλαση του Καρναβαλιού του Ρίο στα 1980. Ο Γκαρίντσα με την χρυσοκίτρινη στολή της Εθνικής Βραζιλίας, πάνω σε ένα άρμα, φαίνεται να μην καταλαβαίνει πού βρίσκεται και τι κάνει. Την ίδια τιγμή ο Πελέ, κοστουμαρισμένος στα λευκά, παρακολουθεί από την εξέδρα των VIP.
Η δεύτερη, από την κηδεία του. Ο Γκαρίντσα πεθαίνει στα 49 του, στις 20 Ιανουαρίου του 1983, από κίρρωση του ήπατος, μετά από πολυήμερη κατάδυση στο αλκοόλ, την τελευταία μετά από επανειλημμένες προσπάθειες αποτοξίνωσης. Χιλιάδες κόσμος, κρεμασμένος στις γέφυρες και τα μπαλκόνια, τον συνοδεύει στη διαδρομή, από το Μαρακανά ως το Πάου Γκράντε, τη γειτονιά που μεγάλωσε κι από την οποία δεν έφυγε ουσιαστικά ποτέ (6). Λεπτομέρεια, διότι είπαμε πως η ιστορία είναι πολύ λυπητερή: τρία χρόνια αργότερα θα σκοτωθεί ο γιος που έκανε με την Έλζα, ο μκρός Γκαριντσίνια, 9 χρονών. Ο θρύλος λέει πως το αυτοκινητιστικό δυστύχημα συνέβη στο δρόμο για τον τάφο του πατέρα του.
http://youtu.be/4eMjjWlnKes
Το τραγούδι, κι αυτό του 1973, είναι του Βραζιλιάνου Μοασίρ Φράνκο. Ο καταιγισμός εγχόρδων και η παλιομοδίτικη φωνή τενόρου περιέχουν ήδη την τραγωδία της δεκαετίας που θα ακολουθήσει. Ο τίτλος του τραγουδιού «Μπαλάντα ν° 7», όπως το νούμερο της φανέλας του Μανέ Γκαρίντσα στη Μποταφόγκο. Ο Γάλλος δημοσιογράφος και συγγραφέας Πιερ-Ετιέν Μινόντζιο το κατατάσσει τρίτο στο τοπ 10 των ωραιότερων τραγουδιών που γράφτηκαν για έναν ποδοσφαιριστή, πίσω από το «Strachan» των Ιρλανδών Hitchers, το «Paul Breitner» των άγνωστών μου Ναπολιτάνων Stella Diana αλλά πάνω από το πασίγνωστο «The Man Don’t Give a Fuck» των Super Furry Animals
Αυτό ήταν λοιπόν το τραγούδι που μιλάει για το τελευταίο γκολ του Μανέ Γκαρίντσα. Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο, που εκτός από σπουδαίος συγγραφέας είναι και Ουρουγουανός, δηλαδή γνωρίζει το αντικείμενο, έγραψε ότι «στην ιστορία του ποδοσφαίρου κανένας δεν έδωσε χαρά σε τόσους πολλούς ανθρώπους».
Πηγές :
Pierre-Etienne Minonzio, Petit Manuel musical du football, Le mot et le reste, Παρίσι, 2014
http://www.whatsthefoot.com/les-jambes-tordues-de-garrincha/
http://www.liberation.fr/sports/2000/08/08/pele-tacle-garrincha_333700
http://inbedwithmaradona.com/journal/2013/6/23/manuel-dos-santos-francisco-alegria-do-povo-the-joy-of-the-people
1. «Alegria do Povo», του Βραζιλιάνου Joaquim Pedro de Andrade. Η ταινία βγήκε στις αίθουσες το 1963, μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Κύπελλο που κέρδισε η Βραζιλία: http://www.youtube.com/watch?v=EdjgPGQcN84
2. «Pelé, Garrincha, Dieux du Brésil», του Γάλλου Jean-Christophe Rosé, του 2002. Εδώ με αγγλικό σπικάζ: http://www.youtube.com/watch?v=3HiH_MrQtrg
3. https://www.youtube.com/watch?v=11Q5v1T2EhM
4. https://www.youtube.com/watch?v=vPQ_fRX_ZDE
5. https://www.youtube.com/watch?v=_vX07RXj5dE
6. Και οι δύο σκηνές από το 1.45’ περίπου, εδώ: http://www.youtube.com/watch?v=cdI7_nLADpQ. Στο σπικάζ του BBC, λέγεται λανθασμένα ότι είναι στο Καρναβάλι του 1981.