Σημείωση: το κείμενο αυτό προφανώς δεν είναι ουδέτερο, ούτε αντικειμενικό, εξάλλου σαφώς αποτυπώνει σε παρόντα χρόνο {τέλη Αυγούστου 2019} , το αξιακό «οπλοστάσιο» του γράφοντος, κατά τα άλλα πριν συνεχίσεις στην ανάγνωσή του θα πρέπει να γνωρίζεις πως γράφεται από την μεριά της αλληλεγγύης στο λαό της Κούβας και της υπεράσπισης της (έστω κι ελλιπούς ή διακοπτόμενης)διαδικασίας του (ατελούς/μερικού αν θέλεις) σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της Κουβανικής κοινωνίας
Θα ήταν βέβαιη παράλειψη (παρότι οι προθέσεις μας φτάνουν στο ταβάνι, γρήγορα προσγειώνονται από τον «ερασιτεχνικό» – μα τι ταιριαστή λέξη για την Κούβα – χαρακτήρα του εγχειρήματός μας), αν σε ένα τεύχος που αφιερώνεται τόσος χώρος για την πυγμαχία έλειπε μια αναφορά στην Κούβα. Η Κούβα βέβαια, για τους φιλάθλους είναι συνδεδεμένη ως προς τα ομαδικά σπορ με το μπέιζμπολ, αλλά και το βόλλεϋ μόνο που στα ατομικά σπορ – ιδίως των ανδρών – κυρίαρχη θέση έχει η πυγμαχία (θα προτιμήσω την ελληνική ονομασία του μποξ), παρότι από το 2012 και μετά έκανε την εμφάνισή της κι η πυγμαχία γυναικών από την Κούβα.
Με μια μικρή ενασχόληση με τον κόσμο της πυγμαχίας, έρχονται κατά νου τα εξής ονόματα(κι ιεραρχικά ακόμη ακόμη): Τεόφιλο Στήβενσον, Φελίξ Σαβόν, Γκιγιέρμο Ρίγκοντο. Κι αν οι δύο πρώτοι τιμώνται για το ότι ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ ουσιαστικά ν’ αυτομολήσουν (ή μήπως κάποιοι κακοπροαίρετοι θα ήθελαν να γράψουμε το ρήμα «λιποτακτήσουν» ) από τον Κουβανικό κοινωνικοκοικονομικό σχηματισμό, ο τρίτος συνέδεσε το όνομά του με την επιτυχημένη (μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα το 2007) είσοδό του στον επαγγελματικό κόσμο του μποξ, αφήνοντας πίσω μια σύζυγο, ένα γιο και την…κυβέρνησή του- ορθότερα, τους συμπατριώτες του. Οι Κουβανοί ΑΘΛΗΤΕΣ, κατά το συγγραφέα Βrin-Jonathan Butler αποτελούνε «τα πιο επικερδή εμπορεύματα στον (αθλητικό) πλανήτη» κι αν ακούγεται πράγματι υπερβολική μια τέτοια δήλωση, ας αναλογιστούμε το ΣΘΕΝΟΣ όλων αυτών με πρωτεξάρχοντα φυσικά τον Τεόφιλο Στήβενσον που αρνήθηκαν όχι μια αλλά δυο, φορές τη φυγή τους από την Κούβα και την «πενία» κατά τα δυτικά – ή όχι – πρότυπα, και την μετάβασή στον κόσμο των (πέντε) εκατομυρίων δολλαρίων. Ο Μάικ Τάισον είχε δηλώσει σχετικά πως οι Κουβανοί πυγμάχοι ενδέχεται να έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά με τους Αμερικάνους κι ας διαφέρουν οι συνθήκες που αγωνίζονται, μιας κι οι μεν πρώτοι παίζουν υπό τον Κάστρο αλλά οι δεύτεροι για τον “Don King” (γνωστός Αμερικανός promoter, δηλαδή ο άνθρωπος που οργανώνει τους αγώνες επαγγελματικής πυγμαχίας με πρωτεύον στόχο του φυσικά την μεγιστοποίηση των κερδών του). Αυτή η ενδεχομένως όχι και τόσο δελεαστική ούτε και πολιτικώς ορθή δήλωση του Τάισον να δείχνει τη συνθήκη που καλούμαστε να κρίνουμε και να δούμε τα πράγματα που αφορούν την Κούβα – είναι ο (εκάστοτε τώρα πια, αφού ο Φιντέλ Κάστρο δεν ζει πια)ηγέτης η προσωποποίηση της επανάστασης και του απελευθερωτικού πειράματος που ακολούθησε ή είναι εκείνη η γκροτέσκα φιγούρα που επισκίαζε τα «πάντα όλα» ακόμη και στον κουβανικό αθλητισμό (τυχόν ομοιότητα με άνθρωπο που ηγείται αθλητικής ομοσπονδίας σε αστική δημοκρατία, είναι εντελώς τυχαία) ;
Οι επαναστάσεις φυσικά δεν είναι απλώς γεγονότα (με ημερομηνίες έναρξης και λήξης), είναι διαδικασίες. Διαδικασίες αλλαγής των κοινωνικών σχέσεων, των ιδιοσυγκρασιών, των νοοτροπιών, του αγωνιστικού πνεύματος & αιτίας εκγύμνασης συμπεριλαμβανομένων. Παρότι βέβαια σε μια πρώτη ανάγνωση θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι αντιθετική έννοια με το σκοπό αλλά και το ρόλο του αθλητισμού. Ωστόσο υπάρχουν ενδείξεις πως κι ο αθλητισμός έχει μια μικρή συμβολή στις μετασχηματιστικές διαδικασίες. Στην περίπτωση της Κούβας ο αθλητισμός δείχνει την κατεύθυνση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποτύπωση αλλαγής των κυρίαρχων αξιών αντί απλώς ν’ αντανακλά και να επιβεβαιώνει τον ηγεμονικό ρόλο των πιο συντηρητικών κατά βάση κοινωνικών αξιών. Ο χαρακτήρας της Κουβανικής Επανάστάσης ήταν πρωτίστως αντιαποικιακός (μιας και κατά τον 19ο αιώνα υπήρχε η ισπανική κυριαρχία, ενώ κατά τον 20ο η αμερικάνικη εξάρτηση) και κυρίως είχε να κάνει με το να πάρει την κατάσταση του Νησιού στα χέρια του ο Κουβανικός λαός (είτε μιγάς, είτε λευκός, είτε μαύρος). Οπότε ένα γρήγορο χαρακτηριστικό που επιδιώχτηκε από την ηγεσία της Κούβας, ήταν η απόκτηση μιας «κουβανικότητας» ώστε να στεριώσει το εγχείρημα της απελεύθερωσης. Οπότε καλύτερος τρόπος από την πρακτική και συμβολική διάσταση του αθλητισμού δε θα μπορούσε να προκύψει. Ταυτόχρονα ς η αναδιοργάνωση του αθλητικού μοντέλου αλλά κι ενσωμάτωσή του,στη διαδικασία μετασχηματισμού μιας νέας Κουβανέζικης κοινωνίας, μιας κοινωνίας που πλέον θα στηριζόταν στον επανακαθορισμό της έννοια πολίτης κι ατόμου. Ο αθλητισμός αποτέλεσε ένα πολύ επιδραστικό όπλο αναμόρφωσης και κυρίως νομιμοποίησης της διαδικασίας μετασχηματισμού του ατόμου, άρα και της κοινωνίας. Ο Κάστρο είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Μάθαμε να είμαστε μάχιμοι όταν ήμασταν νέοι σαν εσάς. Πώς το κάναμε; Το μάθαμε, παίζοντας baseball, μπάσκετ & ποδόσφαιρο. Παίζαμε όλα τ΄αθλήματα, κολυμπούσαμε στη θάλασσα αλλά και στα ποτάμια κι αναρριχιόμασταν στα βουνά.» Με αυτόν τον τρόπο, προσπαθούσε να δείξει τη συνέχεια που διατρέχει την ενασχόληση με τα σπορ – είτε πριν είτε κυρίως μετά την Επανάσταση. Το κύριο όμως χαρακτηριστικό που προβλήθηκε ως καινούργιο ήταν το δικαίωμα στην άθληση όλων των κατοίκων της Κούβας. Τυποποίησε το δικαίωμα αυτό, θέτοντάς το στο Σύνταγμα του 1976. Σε τρία διαφορετικά άρθρα αυτού (είτε ως δικαίωμα στην εκπαίδευση, είτε κυρίως ως δικαίωμα στην πρόσβαση σε πολιτισμό/αθλητισμό/ψυχαγωγία, είτε πρωτίστως ως Θεμελιώδες Δικαίωμα στον αθλητισμό είτε δια της εκπαίδευσης είτε δια των μέσων παροχής στην καθημερινότητα των πολιτών – με το άρθρο 51. Βέβαια πέρα από τις νομικές διατυπώσεις, τις πρακτικές τους εφαρμογές αυτό που είχε σημασία είναι η κατοχύρωση της διαδικασίας του αθλητισμού ως μέσο συγκρότησης του πολίτη της σοσιαλιστικής Κούβας. Ο Ραούλ Κάστρο, το 1961 δήλωνε: …«Ο αθλητισμός με το σοσιαλισμό θα προσφέρει πρώτα και κύρια την αυτό-βελτίωση του πολίτη, για τη βελτίωση της υγείας του.»… Εκτιμάται πως από τους 170 χιλιάδες Κουβανούς/ές που εμπλεκόντουσαν με τον αθλητισμό στις αρχές της Επανάστασης, το 1977 είχαν ήδη φτάσει τα 3 εκατομμύρια, λίγο πριν το 1991 είχαν ανέλθει στα 6 (!!!) εκατομμύρια, με πρωτεύοντα ρόλο την ίδρυση του Εθνικού Ινστιτούτου Αθλητισμού, Φυσικής Αγωγής & Ψυχαγωγίας (INDER) – το “Recreacion” το ερμηνεύουμε ως Ψυχαγωγία παρά ως αναψυχή. «Η ανάπτυξη του αθλητισμού δεν μπορεί και δεν πρέπει να μετρηθεί από τα αποτελέσματα στις διεθνής αναμετρήαεις, από το αν θα κερδίσει μετάλλια ή από τις νίκες που επιτεύχθηκαν. Αυτά τα αποτελέσματα θα λογίζονται πάντα ως συνέπειες. Η κύρια αιτία, ο βασικός στόχος, είναι η μεγαλύτερη συμμετοχή του λαού (στον αθλητισμό)» Η βάση της φιλοσοφίας αυτής έχει να κάνει πως η μαζική συμμετοχή του λαού θα συμβάλλει στην παραγωγή παγκοσμίου ποιότητας αθλητές κι αυτή η διεθνή επιτυχία θα ενθαρρύνει στη συνέχεια, την όλο και πιο μαζικότερη συμμετοχή. «Ο αθλητισμός δεν πρέπει να είναι εργαλείο διαφθοράς ή σωβινισμού, θα πρέπει ν΄αποτελεί ένα θετικό παράγοντα διδασκαλίας σεμνότητας, αδελφοσύνης και διεθνισμού» δήλωνε ο Φ.Κάστρο. Η ηγεσία της Κούβας θεωρούσε, σε πείσμα της «νέας αριστεράς»{βλέπε κατά βάση τους γάλλους καταστασιακούς που με εν τρικυμία εν κρανίω έγραψαν ένα λίβελλο εναντίον του ποδοσφαίρου και δεν μπαίνω καν στον κόπο να γράψω καν τον τίτλο του} πως η φύση του αθλητισμού δεν είναι κάτι αρνητικό αλλά απαλλαγμένο από την καπιταλιστική επιρροή είναι σαφώς κάτι το θετικό. Υποστήριζαν βασικά πως υπό το καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ο αθλητισμός είναι κατεστραμμένος από το κίνητρο κέρδους και την απορρέουσα εκμετάλλευση των μαζών, όπως γινόταν δηλαδή έως το 1959 στην Κούβα. Έτσι λοιπόν, υπό το πρίσμα αυτό πως η Επανάσταση διαμορφώνει αναλόγως και τον αθλητισμό, αυτός αποτέλεσε ένα υπόδειγμα της προόδου της μετεπαναστατικής Κούβας – μια δύναμη πρωτοπορίας. Oπότε κι οι αθλητές θα έπρεπε να λογίζονται ως μια επαναστατική όψη της νεολαίας της χώρας.
Μέσα σε αυτό λοιπόν το περιβάλλον, μεγάλωσε κι έμαθε να πυγμαχεί ο Τεόφιλο Στήβενσον.
Φυσικά, πριν το 1959 υπήρχε αξιοπρόσεχτη Κουβανική πυγμαχία. Οι πιο γνωστοί πυγμάχοι που ταξίδευαν συχνά στη Νέα Υόρκη για ν΄αγωνιστούν εκεί ήταν οι “Kid Chocolate” (κατά τη διάρκεια του 1930) & “Kid Gavillan” (κατά τη διάρκεια του 1950). Έρμαια των μεσαζόντων από τις ΗΠΑ κι όχι μόνο, προσπαθούσανε να γλυτώσουν τη φτώχεια δίνοντας αμέτρητους αγώνες κι όπως λένε χαρακτηριστικά σύγχρονοί τους, το μοντέλο αυτό θύμιζε «Δημοκρατία της Μπανάνας» με τους μανατζαρέους να ξεζουμίζουν κάθε ικμάδα των φτωχών μαύρων και μετά από κάποιον τραυματισμό να μην ασχολούνται πια μαζί τους.
Ο πατέρας του Τεόφιλο, ο Τεόφιλο Στήβενσον Πάτερσον εγκατάσταθηκε στην Κούβα το Φεβρουάριο του 1923 μαζί με άλλους οικονομικούς πρόσφυγες από τον Άγιο Βικέντιο (νησί ανατολικά της Κούβας, τέως Αγγλική κτήση που μαζί με το νησιωτικό σύμπλεγμα των Γρεναδίνων αποτελούν ξεχωριστό κράτος), λόγω της κατασκευής δρόμων κι άλλων δημοσίων έργων μιας κι η σωματική του δομή, επέτρεπε να είναι αποδοτικός σε τέτοιου τύπου έργα. Όμως τα λεφτά δεν ήταν πολλά οπότε μεταβαίνει στην επαρχία Καμαγουέϊ ώστε να διδάσκει Αγγλικά. Ο Στίβενσον σήνιορ λόγω αυτής της σωματοδομής του πείθεται και ξεκινάει προπονήσεις πυγμαχίας, το ρεκόρ του είναι αήττητο – 6 αγώνες με 6 νίκες. Μα κι η έβδομή του αναμέτρηση με έναν ντόπιο πυγμάχο είναι του 1952 (ήταν η Τρίτη και τυχερή γέννα) της Ντολόρες. Ο Τεόφιλο ήταν ένας έξυπνος μαθητής, αλλά διαθέτει τόση ενέργεια που δύσκολα παραμένει συγκεντρωμένος , οπότε ξεκινάει στα κρυφά προπονήσεις με πρώτο του δάσκαλο το Τζον Ερέρα. Παρότι το ντεμπούτο του είναι χαμένο ο προπονητής του ξεχωρίζει κάποια θετικά στοιχεία, οπότε σε ηλικία 16 ετών κατακτάει το πρωτάθλημα νέων. Παρότι οι γονείς του ήταν αντίθετοι με αυτή του την ενασχόληση, εκείνος συνέχισε και μάλιστα συμμετείχε σε ηλικία 17 ετών πλέον, στο εθνικό πρωτάθλημα της Κούβας το λεγόμενο κι ως Torneo Playa Girón (ένα σύστημα που έδινε την ευκαιρία στους επιμέρους πρωταθλητές των επαρχιών της Κούβας να συμμετέχουν και φυσικά είναι αναγνωρισμένο από την παγκόσμια ομοσπονδία την ΑΙΒΑ). Η συμμαχία της Κούβας με τη Σοβιετική Ένωση, οδήγησε και σε αθλητική βοήθεια. Έτσι λοιπόν ο Ρώσος Αντρέι Σερβονένκο, τον ανέλαβε στα πλαίσια της ίδρυσης της Escuela Cubana de Boxeo, της εθνικής σχολής, παρέα με τον ντόπιο Αλσίδες Σαγκάρα ισορρόπησαν τον ορθολογισμό & την επιστημονική μέθοδο της σοβιετικής σχολής μαζί με τα κουβανικά χαρίσματα, δηλαδή τα γρήγορα χορευτικά πόδια των πυγμάχων. Το 1970 ο Στήβενσον καταφέρνει και φτάνει έως τον τελικό των Αγώνων Κεντρικής Αμερικής & Νήσων Καραϊβικής κι έτσι πλέον προετοιμάζεται με ορίζοντα τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 ως το Νο1 στην κατηγορία Βαρέων Βαρών. Το απότομο χτύπημα (το jab) δουλεύτηκε ως το κατεξοχήν όπλο του Στήβενσον, όπου να μπορεί να σφυροκοπεί κατόπιν με το δεξί του χέρι. Ένας πυγμάχος με ύψος 2 μέτρα και βάρος 97 κιλά, που κατανέμονται σε μεγάλη, ισχυρή ωμοπλάτη, βαθύ στήθος και μακριά μυώδη χέρια. Ένας αθλητής που αφού κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στους Παναμερικανικούς του 1971, πήγε να κάνει τον κρότο στο Μόναχο το 1972, έναν κρότο που ισχυροποίησε την Κουβανική πυγμαχία αφού μαζί με τους Ορλάντο Μαρτίνεζ, Αιμίλιο Κορέα (3/11 χρυσά μετάλλια) & τον αργυρό Γκιλμπέρτο Καρίγιο καθώς επίσης και χάλκινο Ντάγκλας Ροντρίγκεζ η Κούβα έδειξε πως είχε έρθει για να μείνει. Ο προημιτελικός μάλιστα κόντρα στη «Λευκή Ελπίδα» των ΗΠΑ, τον Ντουέιν Μπόμπικ που τον είχε αποκλείσει ένα χρόνο πριν, ήταν ξεκάθαρα μια νίκη με κορυφαίο συμβολικό επίπεδο. Κατόπιν ο (δυτικό) Γερμανός Χούσινγκ κι ο Ρουμάνος Αλέξε που εν τέλει δεν κατέβηκε ν΄αγωνιστεί {οι Μπογδάνοι εκείνου του καιρού, σίγουρα θα είδαν «ανατολική συνωμοσία»} λόγω τραυματισμού, δεν μπόρεσαν να κόψουν το δρόμο προς το πρώτο Χρυσό Μετάλλιο. Ήταν η πρώτη στιγμή που υπήρξε η πρόταση του…ενός εκατομυρίου για να εγκαταλείψει την Κούβα – πράγμα που αρνήθηκε. Μετά την χρυσή του πορεία στο Μόντρεαλ το 1976, ξανάγινε πρόταση για διεξαγωγή του «Αγώνα του Αιώνα». Η Κούβα μάλιστα είχε δηλώσει πως δεν είχε πρόβλημα σε μια τέτοια διεξαγωγή αγώνα αρκεί να γινόταν υπό τους ερασιτεχνικούς κανόνες – εδώ θα πρέπει να πούμε πως ούτως ή άλλως μετά την άρνηση του Τεόφιλο Στήβενσον να εισπράξει λεφτά για ν΄αυτομολήσει ώστε να γίνει επαγγελματίας, η όποια οικονομική πρόταση θα έπρεπε να περάσει μέσα από διάφορους…διαδρόμους και κονγκρέσα (σικ!) ώστε να παρακαμαφθούν οι νόμοι του Αμερικάνικου Εμπάργκο προς την Κούβα, διότι τα χρήματα κατόπιν της βούλησης του αθλητή θα έπρεπε να χορηγηθούνε προς την Κούβα ή εν πάση περιπτώσει την Ομοσπονδία, κάτι που βέβαια οι ΗΠΑ δεν επρόκειτο να δεχτούν.Mια ιστορία… ενδεχομένως άσχετη, το 1991 η Κούβα είχε αναλάβει τη διοργάνωση των Παναμερικανικών Αγώνων (5 χρόνια πριν, όταν τα πράγματα έδειχναν σταθεροποιημένα διότι αλλιώς δεν θα είχε συμβεί η ανάληψη),οπότε είχε συμφωνήσει με το ABC να εισπράξει περί τα 9 εκατομμύρια ως αμοιβή για την κάλυψη των αγώνων, όμως το κονδύλι αυτό δεν μπορούσε να δοθεί λόγω των μέτρων του εμπάργκο οπότε η Αμερικάνικη Κυβέρνηση αντιπρότεινε να κατατεθεί το ποσό αυτό σε έναν ενδιάμεσο λογαριασμό κι αναλόγως της…πορείας των σχέσεων ΗΠΑ-Κούβας να αρθεί η όποια δέσμευση, οπότε το ABC κατηγόρησε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για λογοκρισία, έρδισε μεν την υπόθεση για να μεταδώσει τους αγώνες δίχως όμως να πληρώσει κάποιο φορολογικό τέλος – χωρίς να γνωρίζω λεπτομέρειες περί τέτοιων οικονομικών δοσοληψιών, είναι όμως ξεκάθαρος ο οικονομικός πόλεμος που βιώνει η Κούβα (από το Φλεβάρη του 1962 ουσιαστικά). Eίναι λοιπόν ξεκάθαρο πως όσο και να το ήθελε όλος ο φίλαθλος κόσμος αυτόν το διαβόητο αγώνα και με μια εκτίμηση πως οι όποιοι κανόνες θα μπορούσαν να αναζητηθούν από κοινού, η περίοδος έντασης του Ψυχρού Πολέμου είχε στιγματίσει κι εν τέλει βαλτώσει εξαρχής την όποια πιθανότητα. Κι επειδή ίσως να έχουμε χάσει το μέτρημα στις όποιες προσφορές (η μία μετά το 1972, η άλλη κάπου στο 1974 κι άλλη μια μετά το 1976), ο Στήβενσον γνώριζε πως δεν ήταν αφενός μεν προπονημένος για τέτοιους αγώνες αλλά κι έμπειρος στο ν΄αντιμετωπίσει π.χ. τον Φρόζιερ, τον Φόρμαν . Η επικράτησή του σε ένα «φιλικό περιβάλλον» όπως αυτό της Μόσχας το 1980, του δίνει το ρεκόρ των 3 μεταλλίων κι αν δεν ήταν τα συνεχόμενα μποϋκοτάζ το 1984 και το 1988 ενδεχομένως να μιλάγαμε για άλλα νούμερα. Το βέβαιο είναι πως είχε ήδη μεγαλώσει αλλά από την άλλη παρέμενε μια σταθερή δύναμη, αφού κέρδισε σε μια σειρά αγώνων «USA vs The World» στο Λας Βέγκας τον μετέπειτα χρυσό του 1984, τον Μπιγκς αλλά και το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986 (με άλλα δύο χρυσά το 74 & 78 ),χώρια τις πρωτιές στα ηπειρωτικά τουρνουά ο Στήβενσον αποσύρθηκε το 1988.
Δύο χρόνια όμως πριν αυτή την απόσυρση, είχε εμφανιστεί μια εξίσου ιστορική φιγούρα κατακτώντας το Παγκόσμιο τίτλο του 1986 καθώς και τις πρωτιές στους Αγώνες Κ.Αμερικής & Καραϊβικής, το 84 & το 85, ο Φελίξ Σαβόν Φάβρε. Ο Σαβόν, ένα «ρομπότ» δεν είχε πολλά κοινά με το Στήβενσον, που επιθυμούσε να του μοιάσει αλλά και να τον ξεπεράσει! Ήταν εξίσου μυώδης, κοντύτερός του όμως, με ένα απίστευτο δεξί χτύπημα που σφυροκόπαγε τους αντιπάλους του. Κι αυτός είχε δεχτεί ανάλογες (ουσιαστικά πιο πολλές) κρούσεις ώστε να γίνει επαγγελματίας. Τις είχε αρνηθεί. Ήταν ένας αθλητικός τύπος που θα μπορούσε να διαπρέψει σε οποιοδήποτε άθλημα κι αν επέλεγε. Toυ άρεσε η κωπηλασία παρά οι δρόμοι ταχύτητας. Ήταν αυτοπειθαρχημένος, ταπεινός και μετριόφρων με ευγενικούς τρόπους, με καταγωγή από το Γκουαντάναμο. Ξεκίνησε με πρότυπο σαφώς τον Τεόφιλο Στήβενσον, όταν ήταν ακόμη 14 ετών κόντρα στη γνώμη της μητέρας του. Ήταν αήττητος από το 1988 και από το 1986 που βγήκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής έχασε μόλις 9 αγώνες. Ακολούθησε το 87 το Παγκόσμιο Κύπελο κι οι Παναμερικανικοί Αγώνες – το 1988 δυστυχώς του δόθηκε η δυνατότητα – κι έτσι πήρε πρωτιά το 89 στο Π.Πρωτάθλημα το 90 στους Αγώνες Καλής Θέλησης (κάτι σαν «Μεσολυμπιάδα» ) και το 91 ένα ακόμη Παναμερικανικό.
Όταν μάλιστα στην Ολυμπιάδα του 1992 η Κούβα ήταν ουσιαστικά η μοναδική χώρα που συνέχιζε ν΄αυτοαποκαλείται «σοσιαλιστική» ο Φελίξ Σαβόν έδειξε το δρόμο στους συμπατριώτες και συναθλητές του (προφανέστατα μαζί με τον ΤΕΡΑΣΤΙΟ άλτη ύψους το Χαβιέρ Σοτομαγιόρ) κι έτσι κατακτήθηκαν επτά χρυσά μετάλλια συν δύο αργυρά στην πυγχμαχία, ενώ υπήρξαν ακόμη τέσσερα μαζί με τα δυο χρυσά στο μπέηζμπολ και στο βόλλεϋ γυναικών συν άλλα τέσσερα αργυρά αλλά και έντεκα χάλκινα! Είναι προφανές πως τα…καύσιμα (ουσιαστικά και μεταφορικά) ήταν ακόμη σε απόθεμα κι έτσι δεν υπήρξε ακόμη πρόβλημα με τη λειτουργία των γυμναστηρίων – ή πιο σωστά με τη διάθεση των Κουβανών. Ο ίδιος εγκατέλειψε αφού κατέκτησε κι αυτός 3 στη σειρά χρυσά μετάλλια, μετά το Σύδνεϋ το 2000. Δυστυχώς δημοσιεύματα της τελευταίας περιόδου κάνουν λόγο για παραβατική συμπεριφορά, και μάλιστα σεξουαλικών επιθέσεων σε γυναίκες.
Φυσικά όσο περνούσε ο καιρός δυσκόλευε η κατάσταση της καθημερινότητας των Κουβανών και μάλιστα κορυφώθηκε η μηντιακή ενημέρωση περί της αυτομόλησης Κουβανών προς το Μαϊάμι (που υπήρχε ισχυρή Κουβανική παροικία – προφανέστατα όχι απλά αντιφρονούντων αλλά κι εχθρών του συστήματος και της χώρας). Μια διασημότερη πυγμαχική περίπτωση ανάμεσα σε πολλές άλλες που εν τέλει επέλεξαν το δρόμο του επαγγελματικού μποξ (δίχως να υπάρχει πληροφόρηση για τις συνθήκες αποχώρησής τους), είναι ο Γκιγιέρμο Ριγκόντω Oρτίζ (ουδεμία σχέση με το Γάλλο μπασκετμπολίστα). Είχε κατακτήσει τα χρυσά το 2000 & το 2004, με 12 ήττες σε 475 αγώνες και επτά φορές Κουβανός Πρωταθλητής θεωρήθηκε ως το «πιθανότερα πιο μεγάλο πυγμαχικό ταλέντο». Το 2009 λοιπόν κι αφού είχε αποτύχει να μεταβεί στις ΗΠΑ (εν μέσω των Παναμερικανικών Αγώνων στη Βραζιλία το 2007),προφανώς τιμωρούμενος με διοικητικά – αλλά κι αθλητικά – μέτρα μιας και δεν μπορούσε ν΄αγωνιστεί, έγινε επαγγελματίας πυγμάχος στις ΗΠΑ αφήνοντας πίσω του το γιο και τη σύζυγό του, ακολουθώντας μια σειρά από ταλαντούχους (επτά τον αριθμό) πυγμάχους! Ο μοναδικός τόσο πολύ πετυχημένος λοιπόν επαγγελματίας μιας και οι 15 γύροι όπως και το διαφορετικό στυλ πυγμαχίας με έμφαση στο νοκ άουτ παρά στην τακτική απέτρεψε όλους αυτούς τους συμπατριώτες του να κάνουν την εμφατική καριέρα. Καλό το…χορευτικό γρήγορο στυλ των Κουβανών με τα ταχύτατα βήματα και την αποφυγή των χτυπημάτων – κάτι σαν «σκάκι στο ρινγκ». Το Αμερικάνικο κοινό θέλει βίαια χτυπήματα, ένταση με κατάληξη το νοκ άουτ – οπότε όλοι αυτοί οι promoters που κυνήγαγαν τους πυγμάχους όπου βρίσκονταν ,χτυπώντας τις πόρτες των ξενοδοχείων τους τα ξημερώματα προτείνοντάς τους ατέλειωτα μηδενικά για να υπογράψουν (αξίζει τον κόπο να παρακολουθήσετε το «The People’s Fighters» σχετικά με την αξιοπρέπεια των πυγμάχων και προπονητών τους που έμειναν στη χώρα), είναι προφανές πως δεν εγγυήθηκαν ούτε ελάχιστο αριθμό αγώνων αλλά κι ούτε ασφάλιση κι υγειονομική μέριμνα για όλους αυτούς στο «ελ ντοράντο» των ΗΠΑ.
Η κουβανική πυγμαχία το 2008 στην Κίνα δεν κατάφερε να κερδίσει ούτε ένα χρυσό μετάλλιο (κι όμως πήρε τέσσερα αργυρά και τέσσερα χάλκινα), όμως το 2012 επέστρεψε αν και με λιγότερες άλλες κατακτήσεις (1-0-2) ενώ το 2016 τα τριπλασίασε (3-0-3).
Φυσικά, τελειώνοντας το κείμενο αυτό που ενδεχομένως να μπορούσε να…φιλοξενηθεί εύκολα σε άλλου τύπου έντυπα (η αμπαλίαση των αυτοαποκαλούμενων κομμουνιστών/αριστερών είναι χειρότερη κι από τους αυτομολήσαντες Κουβανούς – πιστέψτε με), θα πρέπει να πάρω θέση αμφισβήτησης της τακτικής που ακολούθησε ο Κάστρο ως προς την ευνοϊκότερη μεταχείριση όλων όσων αθλούνταν και ήταν τόσο ταλαντούχοι ή τόσο πολύ αποφασισμένοι/καλά προπονημένοι, ώστε να δύνανται να κατακτήσουν κάποια μεγάλη επιτυχία σε κορυφαίες διοργανώσεις που υπήρξε το φαινόμενο μιας κάποιας συγκρότησης «αθλητικής ελίτ», μιας παραπάνω πολυτελούς ζωής με κατοχή ενός αυτοκινήτου και φυσικά καλύτερης διατροφής και δικαίωμα ταξιδιού. Όπως φυσικά υπό αμφιβολία που δεν πρόκειται ποτέ να λυθεί εάν τα διοικητικά μέτρα για όσους είχαν προσπαθήσει να εγκαταλείψουν την Κούβα ήταν εν τέλει αποτελεσματικά. Σαφώς όλα αυτά γράφονται με την άνεση ύπαρξης ενός laptop, μιας δυτικής υποτυπώδους καλοπέρασης εν συγκρίσει με όσα προφανώς κι ισχύουν στην Κούβα, μιας χώρας όμως σε πολιορκία ας μην το ξεχνάμε αυτό μιας χώρας που όποιο και να είναι το μέλλον της, θ’ αποτελεί πλέον κάτι παραπάνω από το νησί που πήγαινα οι Γιάνκηδες για να κάνουν σεξοτουρισμό καπνίζοντας πούρα και πίνοντας ρούμι…
Κλείνοντας, θα ήθελα να μοιραστώ τη συγκίνηση που ένοιωσα παρακολουθώντας κάποιους από τους αγώνες του Στήβενσον, μια συγκίνηση όμοια με κείνη που ένοιωσα έχοντας παρακολουθήσει (υπό καλύτερες συνθήκες) αγώνες του Άλι. Είναι εκείνο το συναίσθημα του δέους, του θαυμασμού αλλά συνοδευόμενα με το αίσθημα της αλληλεγγύης και του μοιράσματος – τους νοιώθεις σαν ανθρώπους «δικούς σου» που μπορούσες να τους πεις όσα σκέφτεσαι, να μοιραστείς τις αγωνίες σου και να ξέρεις πως αυτοί οι δύο τυπάδες, αυτοί οι δυο ομορφονιοί θα κάτσουνε να σε ακούσουν κι ίσως να σου ρίξουν μια γροθιά στον αέρα. Δύο τύποι που αν υπάρχει αυτό που ευχόμαστε ως «καλό παράδεισο» θα γελάνε με τα κατορθώματα των μανατατζαρέων του τότε και τις υπερβολές των δημοσιογράφων. Δύο τύπων που εν τέλει συναντήθηκαν στην Κούβα όταν ταξίδεψε ο Άλι στην Κούβα το 1996 – χαρακτηριστική καλώς ή κακώς κι η τελετή έναρξης των Ολ.Αγώνων στην Ατλάντα το 1996 με συμμετοχή και των δύο.
Ελπίζω να γίνει αυτή η μικρή προσπάθεια αποτύπωσης του Κουβανικού τρόπου πυγμαχίας (ορθότερα της αποτύπωσης του στίγματος του Στήβενσον) ένα ταπεινό ερέθισμα για να αναζητήσετε να παρακολουθήσετε αγώνες του ή να εντοπίσετε κάποια πηγή που δεν έγινε εφικτή να τη βρω.
LA LUTTA CONTINUA
“τι είναι ένα εκατομμύριο δολάρια μπροστά στην αγάπη οκτώ εκατομμυρίων κουβανών;”
Στη μνήμη του Βασίλη Σμυρλή
ΠιΖήτα
Το σκίτσο που κοσμεί το άρθρο είναι το προσχέδιο για το τρέχον 41o τεύχος του HUMBA! από τον Πότη Κεϊμαλή
http://www.nostimonimar.gr/o-gios-tis-koyvas-1/
https://www.ozy.com/the-huddle/the-cuban-boxer-who-turned-down-millions-and-muhammad-ali/71374
https://www.si.com/vault/1974/03/18/619268/hed-rather-be-red-than-rich
Sport in Cuba: The Diamond in the Rough https://books.google.gr/books?id=Q_UJF1mle5EC&pg=PA218&lpg=PA218&dq=Gardillan+cuban+boxer&source=bl&ots=5wF7MyBnAX&sig=ACfU3U2c6yO1A-LOb81_NBebUwrRM-EOPA&hl=en&sa=X&ved=2ahUKEwiW3MC8ncvjAhXwXhUIHV2XD14Q6AEwIHoECAcQAQ#v=onepage&q&f=false
The Politics of Sports in Revolutionary Cuba
https://www.jstor.org/stable/24486989?seq=1#page_scan_tab_contents
https://www.ringtv.com/341579-a-cuban-boxers-journey-author-discusses-new-guillermo-rigondeaux-book/
https://www.offtheball.com/golf/the-teofilo-stevenson-story-302736
https://www.salon.com/control/2012/09/07/cubas_forgotten_champ/
https://medium.com/@scoviedo/el-campeon-and-the-tragic-beauty-of-the-cuban-style-6399dae26488
https://www.theguardian.com/commentisfree/2012/jun/13/teofilo-stevenson-amateur-boxer-cuba
Παρακολουθήστε:
The People’s Fighters –
Félix Savón Fabré, Cuba’s legendary champion
https://www.youtube.com/watch?v=NC77o0-plRs&list=PL9hS5iYhHFuoevKNmx4EO09TnY2DZlAA_